Tα σοβαρά προβλήματα των εφημερίδων δεν έχουν να κάνουν μόνο με τις μικρές κυκλοφορίες, την χαμηλή αναγνωσιμότητα και τα μειωμένα έσοδα.

Tα σοβαρά προβλήματα των εφημερίδων δεν έχουν να κάνουν μόνο με τις μικρές κυκλοφορίες, την χαμηλή αναγνωσιμότητα και τα μειωμένα έσοδα. Ο αθέμιτος ανταγωνισμός παραμένει διαχρονικό πρόβλημα, όπως δείχνει η απόφαση της ΕΡΤ να σταματήσει τις συμψηφιστικές διαφημίσεις των έντυπων ΜΜΕ στα κανάλια της.

Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, η ΕΡΤ σταματά να δέχεται συμψηφιστικές διαφημίσεις από εφημερίδες και περιοδικά και πλέον θα ζητά από τα ΜΜΕ αυτά χρήματα, προσφέροντάς τους ωστόσο ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό έκπτωσης, το οποίο μπορεί να φθάνει έως και στο 80% και θα προσφέρεται σχεδόν σε όλες τις ζώνες μετάδοσης.

Η απόφαση αυτή προβλέπει παράλληλα, την καταγγελία όλων των εν ισχύ ιδιωτικών συμφωνητικών με εφημερίδες, κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι ακόμα και συμφωνίες που έχουν ήδη υπογραφεί, παύουν άμεσα να ισχύουν. Όπως ήταν φυσικό, η απόφαση αυτή δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από την πλειοψηφία των εφημερίδων, ειδικότερα από εκείνες που δεν έχουν ευνοϊκή πρόσβαση στα μεγάλα ιδιωτικά κανάλια.

Όλοι γνωρίζουν ότι πολλοί ιδιοκτήτες τηλεοπτικών καναλιών έχουν στην ιδιοκτησία τους και εφημερίδες, οι οποίες μπορούν να προβάλλονται έντονα από τα πρώτα, δημιουργώντας έτσι συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού για όσες εφημερίδες δεν έχουν τέτοιου είδους σχέσεις με τα κανάλια.

Για όλες αυτές τις εφημερίδες που δεν έχουν πρόσβαση στα ιδιωτικά κανάλια, η δυνατότητα συμψηφιστικής συνεργασίας με τα δημόσια κανάλια της ΕΡΤ ήταν μια κάποια διέξοδος. Τώρα, τα νέα δεδομένα αλλάζουν για άλλη μια φορά άρδην το σκηνικό, φέρνοντας τις εφημερίδες που έχουν σχέσεις ιδιοκτησίας με κανάλια, σε πλεονεκτική θέση.

Άμεση ήταν η αντίδραση της Ένωσης Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΙΗΕΑ), η οποία διατυπώνει την διαφωνία της με την απόφαση αυτή, εστιάζοντας στο πρόβλημα αθέμιτου ανταγωνισμού που – εκτιμά ότι – αυτή θα δημιουργήσει. «Η ΕΙΗΕΑ πιστεύει ότι μέσω διαβούλευσης με τους εμπλεκόμενους φορείς, μπορεί να επιτευχθεί μία άλλη προσέγγιση, η οποία θα εξυπηρετεί την στρατηγική της Δημόσιας Τηλεόρασης και συγχρόνως θα συνεχίσει να στηρίζει τα έντυπα μέσα και την πολυφωνία στον χώρο του Τύπου», τονίζει μεταξύ άλλων σε σχετική της ανακοίνωση.

Η παραπάνω απόφαση της ΕΡΤ επαναφέρει στο προσκήνιο ένα χρόνιο και σοβαρό πρόβλημα, για το οποίο δεν έχει βρεθεί ακόμα λύση. Η δυνατότητα κάποιων εφημερίδων να διαφημίζουν το περιεχόμενο και τις προσφορές τους μέσα από ιδιωτικά κανάλια με τα οποία είχαν και έχουν κοινή ιδιοκτησία, υπήρχε και υπάρχει και κανείς δεν αμφισβητεί ότι προσφέρει μεγάλο πλεονέκτημα σ’ αυτές. Πολλές φορές δε, η προβολή έφθανε στα όρια της πρόκλησης, αφού περιλάμβανε ακόμα και ρεπορτάζ – ένθετα στα κεντρικά δελτία ειδήσεων, με αφορμή π.χ. μια ειδική έκδοση-αφιέρωμα μιας εφημερίδας.

Στην σχετική της ανακοίνωση, η ΕΙΗΕΑ τονίζει ότι ο εμπορικός τηλεοπτικός χρόνος της ΕΡΤ, θα πρέπει να διατίθεται όχι μόνο σύμφωνα με κερδοσκοπικά κριτήρια, αλλά και με βάση τις αρχές λειτουργίας που διέπουν την Δημόσια Τηλεόραση. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στον επανιδρυτικό της νόμο (άρθρο 2 των ν.4173/2013 και ν.4324/2015), η ΕΡΤ «χωρίς να επιδιώκει την απόκτηση κέρδους, συμβάλλει στην ενημέρωση, μόρφωση και ψυχαγωγία του ελληνικού λαού», ενώ «αποτελεί φορέα δημοκρατίας και πολιτισμού και συμβάλλει στη διασφάλιση της πολυφωνίας, στην ανεξάρτητη μετάδοση της πληροφορίας και της είδησης και στην προβολή των έργων του λόγου και της τέχνης».

Ποια είναι η λύση λοιπόν; Το βασικό είναι να συμφωνήσουμε όλοι ότι όντως υπάρχει θέμα. Εάν το αποδεχθούμε, η πρόταση της ΕΙΗΕΑ για διαβούλευση των ενδιαφερόμενων φορέων είναι μια πολύ καλή αρχή. Ο παραδοσιακός Τύπος αντιμετωπίζει χρόνια τώρα δεκάδες προβλήματα, ας του συμπεριφερθούμε με σεβασμό και ας μην του προσθέσουμε ένα ακόμα. Δεν έχει νόημα από την μια να τον επιδοτούμε και από την άλλη να δημιουργούμε συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στα μέλη του. Η τακτική του «να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι» πρέπει να σταματήσει.