Πολλά μπορούν να ειπωθούν για το ραδιόφωνο την εποχή της κρίσης και είναι πραγματικά κρίμα που οι άνθρωποι που το υπηρετούν δεν θέλουν να μιλήσουν δημόσια γι’ αυτό. Υπάρχει όμως και η άποψη των στελεχών των media specialist agencies, η οποία έχει εξίσου σημαντική βαρύτητα. Πολύ περισσότερο όταν η άποψη αυτή προέρχεται από ανθρώπους που έχουν σημαντική και πολύχρονη εμπειρία στο μέσο και «δικαιούνται δια να ομιλούν», όπως έλεγε κάποτε παλιός πολιτικός. Ο Θεόφιλος Κωτσίδης, Managing Partner της Tempo ΟMD μίλησε για το ραδιόφωνο, με ρεαλισμό και ουσία. Χωρίς να ωραιοποιεί καταστάσεις, κατέθεσε απόψεις που αν μη τι άλλο αξίζει να προβληματίσουν τους ανθρώπους του ραδιοφώνου και της διαφήμισης.

Marketing Week: Παρά το γεγονός πως κανένα μέσο από τα κύρια δεν έχει μείνει ανέπαφο από την κρίση, τα στοιχεία δείχνουν ότι το ραδιόφωνο είναι εκείνο που έχει πληγεί περισσότερο. Γιατί έχει συμβεί αυτό κατά τη γνώμη σας; Μήπως, πέρα από την κρίση, το μοντέλο του ραδιοφώνου έχει παλιώσει και απαιτεί ριζικές αλλαγές; Μήπως υπήρχαν και άλλα προβλήματα κρυμμένα «κάτω από το χαλί», που η κρίση τα έβγαλε στην επιφάνεια; 
Θεόφιλος Κωτσίδης: Το «πρόβλημα» του ραδιοφώνου εκτιμώ ότι είναι πολυσύνθετο. Επηρεάζεται από πολλούς εξωτερικούς παράγοντες, άσχετους από αυτή καθ’ αυτή τη λειτουργία του. Σε πολλές περιπτώσεις – κυρίως εκτός Αθήνας – ραδιοφωνικοί σταθμοί σχετίζονται ή ανήκουν σε τοπικούς επιχειρηματίες με δραστηριότητες πέραν του λιανεμπορίου – όπως προμήθειες κρατικών υπηρεσιών-, οπότε το διαφημιστικό τους έσοδο, προφανέστατα έχει άμεση σχέση με τη δυναμική που καλλιεργείται.

Ο «δείκτης επάρκειας» θα έπρεπε να είναι το ποσοστό/ποσό που το εκάστοτε ραδιόφωνο επιτυγχάνει από τη διαφημιστική αγορά, ελεύθερη και συντεταγμένη. Το μοντέλο ανάπτυξης έχει δομηθεί, στην βάση της ασυδοσίας των συχνοτήτων και των ανύπαρκτων ελέγχων – εκτός Αθήνας. Όσον αφορά στην ποσοστιαία μικρότερη κάμψη των εσόδων, αυτή ήταν πραγματική. Ο λόγος είναι απλός. Στην διάρκεια της κρίσης οι επιχειρηματίες αναζητούν επικοινωνιακά Μέσα που μπορούν να στηρίξουν άμεσα εμπορικές τους ενέργειες προκειμένου να μην χάσουν μερίδια. Το ραδιόφωνο έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, σε αντίθεση π.χ. με τα περιοδικά που είναι «βραδυφλεγή». Το θέμα της πιστότητας είναι πολύ σημαντικό για έναν ραδιοφωνικό σταθμό, αλλά σε ένα περιβάλλον τόσο κατακερματισμένο, από εκατοντάδες σταθμούς, είναι πολύ δύσκολο αυτή να επιτευχθεί. Θα ήθελα ένα σχόλιο για το θέμα της πιστότητας.

Από το 2010 και μετά, παρατηρούμε σε όλες ανεξαιρέτως τις έρευνες, ότι η πιστότητα των καταναλωτών πέφτει ραγδαία. Μπορεί αυτό να προκύπτει από την οικονομική κρίση και να επιδρά άμεσα στα προϊόντα, αλλά η εκτίμησή μου είναι ότι έχει δημιουργηθεί μια έντονη τάση στο σύνολο της κοινωνίας, που αμφισβητεί διαρκώς οτιδήποτε. Η ποιότητα των ραδιοφωνικών σταθμών δεν άλλαξε επί της ουσίας. Πάντοτε είχαμε σταθμούς χαμηλού κόστους (πχ. non-stop music), μόνο που τώρα οι ίδιοι φορείς λειτουργούν και με το μισό προσωπικό. Ο ακροατής δεν το γνωρίζει αυτό, αλλά καταλαβαίνει την αλλαγή σε εύρος χρόνου (2-3 μήνες) αφού ακούει τα ίδια τραγούδια, συχνότερα ή μικρότερα ρεπορτάζ ή λιγότερους παραγωγούς. Το ραδιόφωνο όμως είναι συντροφιά. Χρειάζεται τον λόγο, την ανθρώπινη παρουσία. Όχι κάποιον που θα διαβάζει δελτία Τύπου ανάμεσα σε τραγούδια.

Θεωρείτε ότι το ραδιόφωνο έχει αποτύχει να αξιοποιήσει τη δυναμική των social media και να ενισχύσει το ρόλο του μέσα από αυτά; Π.χ. στο να αναπτύξει στρατηγικά αμφίδρομη επικοινωνία με το κοινό του;
Έχει αποτύχει έως τώρα παταγωδώς. Παρά το γεγονός ότι πολλοί ραδιοφωνικοί σταθμοί ανήκουν σε μεγάλους εκδοτικούς οργανισμούς και θεωρητικά έχουν γνώση της επίδρασης του διαδικτύου, δεν βλέπω ενέργειες που να συνδέουν καν, τα ραδιόφωνά τους με τα κοινωνικά δίκτυα, πολλώ δε μάλλω να δημιουργήσουν διαδραστικές καμπάνιες. Γενικότερα η γνώση περιορίζεται στην κατασκευή απλών σελίδων στο Facebook και μάλιστα πολλές φορές, κακόγουστες.

Πιστεύετε σε κάποιο συγκεκριμένο μοντέλο ραδιοφώνου; Τόσο όσον αφορά στη δομή λειτουργίας του, όσο και στην θεματική του τοποθέτηση; Αν είναι δηλαδή μουσικός, ενημερωτικός, αθλητικός ή πολυσυλλεκτικός;
Πιστεύω στη συντροφιά. Είτε ενημερωτικός, είτε μουσικός, είτε αθλητικός, κάθε σταθμός οφείλει να με ψυχαγωγεί. Ειδάλλως δεν έχει λόγο ύπαρξης και συνεπώς θα σταματήσω σε πολύ λίγο χρόνο να τον ακούω. Παρατηρείστε την εκρηκτική αύξηση σταθμών που προσφέρουν το «πακέτο», που περιλαμβάνει συντροφιά, φιλικότητα, οικειότητα. Ανεξάρτητα του περιεχομένου έχουμε/είχαμε σταθμούς όπως οι Real FM, Εν Λευκώ, Best FM, Μελωδία, Red, Sport FM, Imagine, Star και πολλούς άλλους. Συνεπώς αυτό που χρειάζεται είναι μέτρο στην ανθρώπινη παρουσία με λόγο και άποψη, έρευνες και ταλέντο.

Πάσχει το ραδιόφωνο από περιεχόμενο; Ποια είναι η δική σας αίσθηση;
Νομίζω ότι έχουμε αρκετά καλό ραδιόφωνο. Όμως σίγουρα δεν χρειαζόμαστε 7 σταθμούς ενημερωτικού περιεχομένου, σε μια μικρή πόλη όπως η Αθήνα, ούτε 39 σταθμούς γενικά. Υπάρχει δε, ποικιλότητα μουσικών και ενημερωτικών επιλογών.

Το άναρχο πεδίο στις αδειοδοτήσεις, αλλά και το εν γένει θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του ραδιοφώνου, σε τι βαθμό είναι υπεύθυνα για τη σημερινή κατάσταση στο χώρο αυτό;
Όπως είδατε έθιξα το θέμα των αδειών, στην πρώτη ερώτηση που μου υποβάλλατε. Όχι μόνο είναι σημαντικό, αλλά δομικό στοιχείο όλων όσων συζητάμε. Π.χ. εάν κάποιος δεν έχει να πληρώσει τίποτα για να πάρει μια άδεια  – και μπορεί να ξεφυτρώνει όπου και όπως θέλει σε μια συχνότητα-, αντιμετωπίζει το μέλλον της «επένδυσής» του καθαρά κερδοσκοπικά, χωρίς να δίνει σημασία στο περιεχόμενο ή τους ανθρώπους που το παράγουν. Ορισμένοι ιδιοκτήτες για κάποιο περίεργο λόγο θεωρούν ότι η αγορά τους χρωστάει χρήματα και πρέπει να τους δώσει. Επίσης δημιουργείται αθέμιτος ανταγωνισμός με επιχειρήσεις που έχουν πραγματικά επενδύσει στο μέσο και προσδοκούν – δικαιολογημένα-, έσοδο.

Πως βλέπετε την εξέλιξη των web radios; Θα αποτελέσουν ισχυρή τάση για το ραδιόφωνο;
Δεν βλέπω αυτή την στιγμή ανάπτυξη των web radios στην Ελλάδα. Όσα υπάρχουν δεν δημιουργήθηκαν βάσει κάποιου επιχειρηματικού σχεδίου. Παρόλα αυτά υπάρχουν εξαιρετικά δείγματα όπως τα Off radio, Akous.gr, Radiobubble κλπ. Η ανάπτυξή τους θα συμβαδίσει με την αύξηση των διαφημιστικών εσόδων στο internet και τη δημιουργία υποδομών δικτύων, στην οποία είμαστε πολύ πίσω ακόμη.

Η διαφημιστική αγορά ποια στάση κρατάει απέναντι στο ραδιόφωνο; Πως την δικαιολογείτε; Τι μερίδιο ευθύνης έχει αυτή για την πτώση του ραδιοφώνου, αλλά και οι ίδιοι οι άνθρωποι του μέσου, που πιθανόν να μην μπορούν να τεκμηριώσουν τα πλεονεκτήματά του σε διαφημιστές και διαφημιζόμενους;
Η κρίση που βιώνουμε είναι ένα καλό παράδειγμα για να αποδειχθεί το αυτονόητο. Ότι δηλαδή η διαφημιστική αγορά δεν κρατάει καμία συγκεκριμένη στάση προς κάποιο ΜΜΕ. Όπου υπάρχει ισχυρό επικοινωνιακό όχημα, το χρησιμοποιεί ως φορέα για να επικοινωνήσει με το κοινό του εκάστοτε προϊόντος που διαφημίζει. Όμως το δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας είναι το ουσιώδες. Ελάχιστοι, των εμπορικών τμημάτων, μπορούν να τεκμηριώσουν επαρκώς γιατί κάποιος πρέπει να επενδύσει επικοινωνιακά στο ΜΜΕ που εργάζονται. Αυτό είναι ίδιον όλων των ΜΜΕ και όχι μόνο του ραδιοφώνου. ’Ισως να εξαιρέσουμε την τηλεόραση. Η εκρηκτική αύξηση της διαφήμισης την προηγούμενη δεκαετία δημιούργησε γενιά στελεχών που δεν χρειαζόταν να εντρυφήσουν στα πλεονεκτήματα του Μέσου που δούλευαν, διότι υπήρχε επαρκέστατη εισροή χρημάτων. Ο Εμπορικός Διευθυντής πρέπει να γνωρίζει το Μέσο, καλύτερα και από τον ιδιοκτήτη του.

Αν σας ζητούσα 3-4 άμεσες κινήσεις που θα έπρεπε να γίνουν για να αλλάξει λίγο το status του ραδιοφώνου, ποιες θα ήταν αυτές;
Δεν χρειάζονται 4, αλλά 3 κατευθύνσεις: επένδυση σε ανθρώπους, επαγγελματισμός, έρευνα. Απλά πράγματα. Πρέπει όμως να υπάρχει η ουσιαστική βούληση για να γίνουν όλα αυτά.