Στα ευρύτερα οφέλη που θα έχουν οι Έλληνες από την υλοποίηση του “Ελλάδα 2.0” και την πραγματοποίηση συνολικών επενδύσεων ύψους 57 δισ. ευρώ εστίασε ο αρμόδιος Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης κατά την παρουσίαση των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, “Ελλάδα 2.0” στις αρμόδιες Επιτροπές της Βουλής, πριν λίγες μέρες.

Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που έρχεται να αντιμετωπίσει το Εθνικό Σχέδιο είναι και το επενδυτικό κενό που παρουσιάζει η χώρα εδώ και πολλά χρόνια. Το επενδυτικό κενό και το έλλειμμα επενδύσεων οφείλονται σε τρεις λόγους. Καταρχήν στην υπερφορολόγηση της εργασίας και του κεφαλαίου, θέμα που ήδη η κυβέρνηση αντιμετωπίζει μειώνοντας προ και στη διάρκεια της πανδημίας ασφαλιστικές εισφορές και φορολογία.

Δεύτερος λόγος το σημαντικά υψηλότερο κόστος δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με τον μέσο όρο της E.E., και τρίτος τα έμμεσα εμπόδια στις επενδύσεις – χωροταξικά, πολεοδομικά, αδειοδοτήσεις, καθυστέρηση δικαιοσύνης, πολυνομία, μη ψηφιακό κράτος, γραφειοκρατία – , η αντιμετώπισή των οποίων αποτελεί κύριο στόχο του “Ελλάδα 2.0”. Το επενδυτικό κενό και το έλλειμμα επενδύσεων σημαίνουν έλλειψη ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας, λιγότερες θέσεις εργασίας, υψηλή ανεργία, χαμηλούς μισθούς, ασθενικές επιχειρήσεις, παρωχημένες τεχνολογίες.

Σε σχέση με τα ευρύτερα οφέλη που θα έχουν οι Έλληνες πολίτες από την υλοποίηση του “Ελλάδα 2.0” και την πραγματοποίηση συνολικών επενδυτικών πόρων ύψους 57 δισ. ευρώ, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών επισήμανε ότι ο εκσυγχρονισμός των Νοσοκομείων και των υπηρεσιών τους αφορά κάθε Έλληνα – μόνο οι χρόνιοι πάσχοντες που χρειάζονται κάθε χρόνο το σύστημα υγείας φθάνουν τα 4,5 εκατ. πολίτες –, ενώ η υλοποίηση του μεγαλύτερου προγράμματος πρόληψης που θα έχει γίνει ποτέ στη χώρα (254 εκατ. ευρώ), αφορά στο σύνολο του πληθυσμού. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της εκπαίδευσης θα ωφελήσει μαθητές, σπουδαστές, φοιτητές, γονείς και εκπαιδευτικούς, όπως και η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του κράτους, που αφορά όλους τους πολίτες.

Πολύ σημαντικό ρόλο στο Σχέδιο έχουν ακόμα η κατάρτιση, η δια βίου εκπαίδευση και οι ψηφιακές δεξιότητες, που αφορούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, αλλά και ανέργους. Το Σχέδιο προβλέπει επίσης επενδύσεις στη βιοποικιλότητα, αντιπλημμυρικά έργα, υποστήριξη ατόμων με αναπηρία, καταπολέμηση διακρίσεων, κοινωνική ενσωμάτωση ευάλωτων ομάδων, εκσυγχρονισμό οδικών αξόνων και συγκοινωνιών,  ηλεκτρική διασύνδεση νησιών, βελτίωση λιμένων, καθώς και σημαντικές επενδύσεις στο κομμάτι του πολιτισμού.

Είναι ξεκάθαρο ότι όλα τα παραπάνω αφορούν και στον κλάδο της Επικοινωνίας, δεδομένου ότι τα έργα θα χρειαστούν ισχυρή επικοινωνιακή στήριξη και προβολή. Κάτι που σημαίνει ότι για τα επόμενα 5 χρόνια, έως το 2026 που θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις του Ταμείου, ο ευρύτερος κλάδος της Επικοινωνίας θα έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει πολύ μεγάλα επικοινωνιακά κονδύλια, με ότι θετικό μπορεί αυτό να σημαίνει.

Είναι έτοιμος να αντεπεξέλθει σε αυτή την μεγάλη πρόκληση; Νομίζω πως ναι, αυτό όμως μένει να φανεί και στην πράξη. Ένα είναι βέβαιο, ότι τα επόμενα 5 χρόνια μπορούν να διαμορφώσουν ένα νέο τοπίο στον κλάδο της Επικοινωνίας και να αλλάξουν και πάλι τις ισορροπίες. Θα έχει ενδιαφέρον η εξέλιξη, αλλά κυρίως το αποτέλεσμα. Γιατί τελικά αυτό μας ενδιαφέρει.

Το Σχέδιο “Ελλάδα 2.0” θα δημιουργήσει μια θεμελιώδη αλλαγή οικονομικού υποδείγματος, τοποθετώντας την ελληνική οικονομία σε έναν ενάρετο κύκλο αυξημένων επενδύσεων, απασχόλησης και ανάπτυξης, προκαλώντας σημαντική αύξηση του ΑΕΠ. Παράλληλα, θα καταστήσει τις επενδύσεις και τις εξαγωγές κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας, δημιουργώντας 180.000 – 200.000 νέες μόνιμες θέσεις εργασίας και μόνιμη αύξηση του ύψους του πραγματικού ΑΕΠ κατά 7% μέχρι το 2026. Αρκεί να εξελιχθεί ορθολογικά και να αντιμετωπιστεί σοβαρά από όλους.