Ένα «μπαράζ» λανσαρισμάτων προϊόντων τα οποία αντί για ζάχαρη ή άλλες γλυκαντικές ουσίες περιέχουν στέβια, σημειώθηκε από τα τέλη του 2011 μέχρι σήμερα.
Η βιομηχανία τροφίμων και ποτών, αναζητώντας διαρκώς νέες προτάσεις για τους καταναλωτές της και υπακούοντας στην τάση για υγιεινή διατροφή, βρήκε στην στέβια, το «γλυκό φύλλο» από τη Ν. Αμερική, έναν πολύτιμο σύμμαχο.

Τί είναι όμως η στέβια;
Η στέβια (stevia rebaudiana) είναι θαμνώδες φυτό της οικογένειας των χρυσανθέμων, το οποίο έχει μακρόχρονη ιστορία ως γλυκαντική ύλη. Το φυτό αυτό αναπτύσσεται, συλλέγεται και χρησιμοποιείται στη Νότιο Αμερική ως γλυκαντική ύλη σε τρόφιμα και ποτά εδώ και δύο αιώνες. Η φυλή των Γκουαράνι της Παραγουάης ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν κονιορτοποιημένα φύλλα του φυτού στέβια για να δώσουν γλυκιά γεύση σε ποτά.

Το 2010, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) προέβη σε αξιολόγηση της ασφάλειας των γλυκοζιτών στεβιόλης και καθόρισε μια Αποδεκτή Ημερήσια Πρόσληψη (ΑΗΠ) για την ασφαλή κατανάλωσή τους. Η απόφαση αυτή επιβεβαιώθηκε με την τελική ρυθμιστική έγκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την γλυκαντική ύλη από στέβια. Οι γλυκοζίτες στεβιόλης, το εκχύλισμα δηλαδή που χρησιμοποιείται ως γλυκαντική ύλη, προέρχονται από το πιο εύγευστο τμήμα των φύλλων του φυτού στέβια και έχουν γλυκαντική ισχύ 200 φορές μεγαλύτερη από εκείνη της επιτραπέζιας ζάχαρης, χωρίς όμως να περιέχουν θερμίδες και κατά συνέπεια δεν επιβαρύνουν το θερμιδικό φορτίο των τροφίμων και των ποτών στα οποία χρησιμοποιούνται.

Παράλληλα, δεδομένων των ιδιοτήτων της αυτών, η στέβια, όπως και οι υπόλοιπες γλυκαντικές ύλες χαμηλής ή μηδενικής θερμιδικής αξίας, μπορούν να έχουν θετική επίδραση στον έλεγχο του σωματικού βάρους, όταν καταναλώνονται στο πλαίσιο μιας ισορροπημένης διατροφής και σε συνδυασμό με τακτική σωματική άσκηση. Επίσης, είναι μια ασφαλής επιλογή και για τα άτομα με διαβήτη, αφού τους προσφέρουν την ευκαιρία να απολαμβάνουν τη γλυκιά γεύση, χωρίς το φόβο ότι θα  επηρεαστούν τα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα.

Λανσαρίσματα στην ελληνική αγορά
Η έγκριση της στέβια από τις ευρωπαϊκές αρχές, έφερε και στην ελληνική αγορά το λανσάρισμα προϊόντων με στέβια, σε μία ευρεία γκάμα. Η The Coca-Cola Company ήταν μία από τις πρώτες εταιρείες στην Ευρώπη που λάνσαρε ρόφημα με συνδυασμό στέβια και άλλων γλυκαντικών φυσικής προέλευσης. Όπως είχαν επισημάνει σε σχετικό αφιέρωμα στο Marketing Week στα τέλη του 2011 η Αναστασία Σιδέρη, Διευθύντρια Επικοινωνίας και Εταιρικών Υποθέσεων, Coca-Cola Ελλάδα, Κύπρος, Μάλτα και η Θάλεια Κωνσταντινίδου, Διευθύντρια Επιστημονικών Υποθέσεων και Καινοτομίας, η κυκλοφορία προϊόντων της Coca-Cola με συνδυασμό στέβια και άλλων γλυκαντικών υλών στην Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα, ξεκινά από το 2012. 

Στις 30 Μαρτίου 2012, από την Coca-Cola Τρία Έψιλον λανσαρίσθηκε το Nestea με στέβια, μειώνοντας τα σάκχαρα και τις θερμίδες κατά 30% και καλωσορίζοντας στην Ελλάδα και στην κατηγορία του παγωμένου τσαγιού, τη στέβια. Παραμένοντας στο χώρο των αναψυκτικών, είχαμε το λανσάρισμα από την Έψα της νέας σειράς αναψυκτικών ΕΨΑ λάϊτ με στέβια. Οι ΕΨΑ λάϊτ λεμονάδα και ΕΨΑ λάϊτ πορτοκαλάδα είναι τα πρώτα ελληνικά αναψυκτικά τα οποία περιέχουν στέβια. Διατηρούν την αυθεντική γεύση της ΕΨΑ, κυκλοφορούν σε slim συσκευασίες, περιέχουν ελάχιστες θερμίδες ανά κουτάκι και διατίθενται ήδη σε επιλεγμένα σημεία πώλησης σε όλη την Ελλάδα.

Η επικοινωνία της νέας σειράς προϊόντων, την οποία επιμελείται η Admine, υποστηρίζεται από τηλεοπτική και ραδιοφωνική καμπάνια, καμπάνιες στα digital και social media, καθώς και χορηγίες τηλεοπτικών εκπομπών. Στον τομέα των τροφίμων, είχαμε το λανσάρισμα της Hellmann’s Ketchup με Stevia, με 50% λιγότερη ζάχαρη. Η νέα Hellmann’s Ketchup με Stevia είναι φτιαγμένη με την ίδια συνταγή από διαλεχτές Ελληνικές ντομάτες που ωριμάζουν στον ήλιο, χωρίς συντηρητικά. Στόχος της Hellmann’s είναι να φέρει έτσι μια νέα εναλλακτική πρόταση για όλους όσοι προσέχουν τη διατροφή τους, χρησιμοποιώντας στη νέα της συνταγή τη Stevia, που προσφέρει γλυκιά γεύση στη ketchup χωρίς να την επιβαρύνει με τεχνητές γλυκαντικές ουσίες.

Πρόσφατα είχαμε επίσης το λανσάρισμα στην ελληνική αγορά του Sweete,  από την Φάρμασερβ-Lilly. Το Sweete Stevia είναι φυσικό επιτραπέζιο γλυκαντικό από φύλλα stevia, χωρίς θερμίδες, εναλλακτικό της ζάχαρης και των συνθετικών γλυκαντικών ουσιών. Ένας φακελίσκος (1,5g) Sweete ισοδυναμεί σε γλυκύτητα, με δύο κουταλάκια ζάχαρης. Το Sweete δεν είναι συνθετικό και δεν περιλαμβάνει τεχνητά συστατικά, ούτε τροποποιείται χημικά ή δομικά κατά την εκχύλιση από το φυτό της Stevia. Είναι επίσης κατάλληλο για τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, δεν περιέχει νάτριο ή αλάτι, ούτε γλουτένη.

Διατίθεται στην ελληνική αγορά σε μορφή κρυσταλλικής σκόνης και συσκευασία των 40 φακελίσκων-stick και είναι διαθέσιμη σε όλα τα φαρμακεία. Η Φάρμασερβ-Lilly αποτελεί κοινοπραξία ανάμεσα στην Ελληνική Φάρμασερβ και την Αμερικανική φαρμακευτική Eli Lilly, την οποία εκπροσωπεί αποκλειστικά στην Ελλάδα. Το λανσάρισμα του Sweete συνοδεύθηκε από διαφημιστική καμπάνια, την οποία επιμελήθηκε η DDB Athens. Στην ταινία, ένα «απειλητικό» γλυκό εξημερώνεται, με τη βοήθεια του Sweete. «Μη φοβάσαι το γλυκό», έλεγε το μήνυμα της επικοινωνίας, παραπέμποντας στις ιδιότητες του brand.


Μία αγορά πολλών εκατομμυρίων δολαρίων
Σύμφωνα με δεδομένα της Leatherhead Food Research, η παγκόσμια αγορά στέβιας ανήλθε στα 100 εκατ. δολάρια το 2010, σημειώνοντας αύξηση 27%, από 79 εκατ. δολάρια το 2009. Μέσα σε αυτό το διάστημα, ο όγκος των πωλήσεων ανήλθε από 2.300 τόνους σε 2.400 τόνους. Άλλα δεδομένα, από την Zenith International, επισημαίνουν ότι η αξία της παγκόσμιας αγοράς στέβιας ανήλθε σε 285 εκατ. δολάρια το 2010. Άλλη έρευνα, της Packaged Facts στις ΗΠΑ, αναφέρει ότι η παγκόσμια αγορά στέβιας (χονδρική και λιανική πώληση) κυμαίνεται κάπου μεταξύ των 800 εκατ. δολαρίων και 2 δις. δολαρίων το 2011, από τα μόλις 20 εκατ. δολάρια το 2008.

Το μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξης αυτής αποδίδεται στις εγκρίσεις που έλαβε η στέβια σε ΗΠΑ και Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Στις ΗΠΑ, οι ετήσιες πωλήσεις τροφίμων και ποτών που περιέχουν στέβια, έχουν ανέλθει σε 1 δις. δολάρια. Ανάλογες είναι οι προσδοκίες και για την ευρωπαϊκή αγορά, λόγω της πρόσφατης έγκρισης. Από το τέλος του 2011, άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους και στην ευρωπαϊκή αγορά προϊόντα με στέβια, ενώ η ευρωπαϊκή αγορά αντιστοιχεί σήμερα στο 14% της παγκόσμιας δραστηριότητας ανάπτυξης νέων προϊόντων με στέβια.

Μελλοντικές τάσεις
Μένει να φανεί κατά πόσον οι αρχικές προβλέψεις για την ανάπτυξη της ζήτησης γλυκαντικών με βάση τη στέβια θα επιβεβαιωθούν. Σύμφωνα με τη Zenith International, η παγκόσμια αγορά αναμένεται να φτάσει τους 11.000 τόνους μέχρι τα μέση της δεκαετίας και να αγγίξει σε αξία τα 825 εκατ. δολάρια. Άλλες προβλέψεις κάνουν λόγο για εκτίναξη της ζήτησης για φύλλα στέβιας στους 8 εκατ. τόνους μέχρι το 2020 και των πωλήσεων του επεξεργασμένου Reb A σε 10 δις. δολάρια τα επόμενα χρόνια. Ενδιαφέρον έχουν επίσης οι προβλέψεις για τη σχέση της στέβιας με την αγορά της ζάχαρης και τις αλλαγές που ενδεχομένως θα επιφέρει.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η στέβια μπορεί να αποσπάσει το 25% της παγκόσμιας αγοράς ζάχαρης, ενώ η ζήτηση για ζάχαρη εμφανίζεται ήδη μειωμένη σε αρκετά μέρη του κόσμου. Παράλληλα, η ζάχαρη είναι όλο και λιγότερο ελκυστική στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών λόγω κόστους, αφού στις αρχές του 2011, οι παγκόσμιες τιμές ζάχαρης ήταν οι υψηλότερες της τελευταίας τριακονταετίας. Πάντως, κινήσεις γίνονται σε διεθνές επίπεδο για την ανάπτυξη της αγοράς στέβιας. Το 2010 για παράδειγμα, ιδρύθηκε το Global Stevia Institute, το οποίο σκοπό έχει να προωθήσει τη στέβια και τα οφέλη της στους επαγγελματίες της υγείας, στους καταναλωτές αλλά και στους παραγωγούς τροφίμων και ποτών.

Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο της Προέδρου της Coca-Cola Ευρώπης, Dominique Reiniche, για την έγκριση της στέβια ως γλυκαντικής ύλης στην ΕΕ: «Η Coca-Cola Ευρώπης καλωσορίζει την έγκριση της στέβια ως γλυκαντικής ύλης σε τρόφιμα και ποτά  σε όλη την Ευρώπη. Η προσθήκη της στέβια στο εύρος των γλυκαντικών που ήδη χρησιμοποιούμε στα αναψυκτικά μας, μας δίνει ακόμα μεγαλύτερες δυνατότητες να πρωτοπορήσουμε με πιο απολαυστικά προϊόντα στους καταναλωτές μας. Πρόκειται για ένα ακόμα ορόσημο, στη συνεχή προσπάθειά μας να διευρύνουμε την γκάμα των προϊόντων μας, προσφέροντας περισσότερες επιλογές για κάθε περίσταση και τρόπο ζωής». Σήμερα, η The Coca-Cola Company διαθέτει, παγκοσμίως, περισσότερα από 30 ανθρακούχα και μη προϊόντα με συνδυασμό στέβια και άλλων γλυκαντικών φυσικής προέλευσης.