Υπό την αμείλικτη πίεση της δημοσιονομικής αδυναμίας, η κυβέρνηση νομοθέτησε και τεράστιες περικοπές στα χρήματα, με τα οποία το κράτος επιδοτούσε τον Τύπο. Συγκεκριμένα στο ίδιο το μεσοπρόθεσμο, προβλέπεται ότι θα εξοικονομηθούν από τη μείωση της επιχορήγησης για τη διανομή Τύπου 40 εκατ. ευρώ, με άμεση εφαρμογή των σχετικών περικοπών. Επίσης, με το άρθρο 48 του εφαρμοστικού Νόμου καταργήθηκε ο νόμος 583/1977 που αφορούσε στην τηλεφωνική ατέλεια του Τύπου.

Ως αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων, σε μια εποχή που το σύνολο σχεδόν του Τύπου πιέζεται σκληρά, τόσο από πλευράς ρευστότητας όσο και από πλευράς ζημιών που καταβροχθίζουν τα κεφάλαια των επιχειρήσεων Τύπου, δεν μπορεί κανείς παρά να αναμένει τον αντίστοιχο περιορισμό του αριθμού των εφημερίδων που κυκλοφορούν, αλλά και του μισθολογικού κόστους του προσωπικού που εργάζεται στον Τύπο.

Πώς μπορούν να αντιδράσουν οι εφημερίδες, τόσο επαρχιακές όσο και εθνικές, στην καινούργια αυτή πραγματικότητα. Η συμμετοχή στην «εθνική κατάθλιψη» και στις «άρες και κατάρες», για το ριζικό που μας βρήκε δεν αποτελεί δημιουργική διέξοδο. Ούτε και η κλασική συνταγή της ελληνικής κοινωνίας, με την οποία κάθε ομάδα ή επαγγελματικό συμφέρον, όταν βρισκόταν αντιμέτωπο με δυσκολίες, πίεζε την εκάστοτε πολιτική εξουσία για να αποσπάσει χρήματα από τον «κρατικό κορβανά». Το μεν πολιτικό σύστημα βρίσκεται με άδεια ταμεία και με διαρκώς περιοριζόμενο πολιτικό κεφάλαιο και έχει μπει στη λογική του «τι πνιγμένος, τι σφαγμένος». Συνεπώς δεν μπορεί κανείς να αναμένει λύση από αυτό, με την κλασική έννοια. Ο Τύπος επίσης δεν είναι εξωστρεφής οικονομική δραστηριότητα, η οποία θα μπορούσε να βγει από την παγίδα της μείωσης της εσωτερικής ζήτησης αναζητώντας τζίρους από το εξωτερικό.

Η μόνη λύση που διαθέτει συνεπώς ο Τύπος, είναι η βελτίωση της παραγωγικότητάς του και της ικανότητάς του να προσελκύει κυκλοφορίες και διαφημιστική δαπάνη. Πώς θα γίνει αυτό; Η αύξηση της παραγωγικότητας σε μια δραστηριότητα εντάσεως εργασίας αναπόφευκτα γίνεται με την περικοπή κόστους και την αξιοποίηση του μεγάλου αποθέματος νέων ανέργων, με προσόντα και διάθεση εργασίας με χαμηλούς σχετικά μισθούς. Η προσέλκυση κυκλοφοριών και διαφημιστικής δαπάνης, αναπόφευκτα περνά από την προσφορά καλύτερης και πιο γνήσιας ενημέρωσης στους πολίτες, με όσο το δυνατόν περισσότερα πρωτογενή αποκλειστικά ρεπορτάζ, τα οποία δεν μπορεί να βρει ο αναγνώστης στον χώρο του Διαδικτύου.

Πάνω απ’ όλα όμως, σε μια πολιτική περίοδο μεγάλης έντασης και αναταραχής ο Τύπος μπορεί να προσελκύσει κυκλοφορίες εκφράζοντας έγκαιρα τις αλλαγές κοινωνικών συμπεριφορών και νοοτροπίας, που αναπόφευκτα θα γίνουν στην ελληνική κοινωνία στα επόμενα χρόνια. Αναλαμβάνοντας δηλαδή και πάλι τη φυσική του θέση, ως πρωτοπόρος της πραγματικής προόδου σε μια δοκιμαζόμενη αλλά δυναμική κοινωνία. Ρόλο που κάθε άλλο παρά υπηρέτησαν πολλοί από τους λειτουργούς του τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν είναι άλλωστε άμοιρος ευθυνών και ο ίδιος ο Τύπος, για το γεγονός ότι φτάσαμε εδώ.