Σε τμήματα marketing, διαφημιστικές εταιρείες, δημιουργικά γραφεία, συνηθίζεται να ακούγεται τον τελευταίο καιρό, συνηθίζεται να αναζητούνται το τελευταίο διάστημα οι «ιστορίες» που οι μάρκες έχουν να διηγηθούν. «Ποιο είναι το δικό σου story;» ρωτούν, άλλοτε πιο περισπούδαστα και άλλοτε πιο συγκαταβατικά, στελέχη που συμμετέχουν σε συναντήσεις και meetings με στόχο τη λήψη επικοινωνιακών ή άλλων marketing αποφάσεων. Όμως συχνά συμβαίνει μια παρανόηση: Αίσθηση κάποιων από τους συμμετέχοντες είναι ότι η «ιστορία» η οποία αναζητείται οφείλει να συνδέεται με την ιστορία της ίδιας της μάρκας, με κάποιο στοιχείο της κληρονομιάς της, με το παρελθόν ή το παρόν της. Ωστόσο, η «ιστορία» η οποία θα πρέπει να αναζητηθεί προκειμένου στη συνέχεια να γίνει το θέμα της αφήγησης με κάποιο marketing τρόπο, οφείλει να είναι εκείνη η ιστορία μέσω της οποίας το κοινό θα πεισθεί αποδεδειγμένα για το ότι η μάρκα θα προσδώσει αξία στη δική του καθημερινότητα, στη δική του ζωή. Η ιστορία της μάρκας συνδέεται άμεσα με την υπόσχεση που εκείνη, τεκμηριωμένα και όχι κατά δήλωση, είναι σε θέση και δικαιούται να δώσει. Γι’ αυτό και η ιστορία αυτή της μάρκας οφείλει να απορρέει από το ισχυρό και διατηρήσιμο ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα και το σημείο διαφοροποίησής της, συνδεόμενο όχι τόσο με το παρελθόν της, ίσως ούτε και με το παρόν της, αλλά κυρίως με το μέλλον της! Από το σημείο αυτό, η σκέψη μας μπορεί να κατευθυνθεί προς δύο δρόμους: Πόσο προσανατολισμένοι είμαστε εμείς, τα στελέχη και οι άνθρωποι του marketing, στο μέλλον της; Πόσο στραμμένοι είμαστε στην ουσιαστική και την σε βάθος διαμόρφωση αυτού του μέλλοντος, προετοιμάζοντάς το; Και ακόμη, προκειμένου να είμαστε συνεπείς με τη συγκεκριμένη στήλη, πόσο στραμμένοι είμαστε προς τη διαμόρφωση της προσωπικής ιστορίας του καθενός μας ως στελέχους; Πόσο έχουμε ευαισθητοποιηθεί στην αναζήτηση και την προπαρασκευή της δικής μας μελλοντικής υπόσχεσης, η οποία δεν θα περιορίζεται σε «δηλώσεις» αλλά θα τεκμηριώνεται έμπρακτα από τις συνεπείς, με δέσμευση και μεθοδικότητα ενέργειές μας; Και, εντέλει, σε ποια κοινά και με ποιον τρόπο προσδίδουμε εμείς, ως επαγγελματίες, προστιθέμενη αξία; Πόσο σημαντική και πόσο διαφοροποιημένη είναι η αξία αυτή; Πόσοι από εμάς έχουμε προπαρασκευάσει μια τέτοια ιστορία; Γιατί να χρονοτριβούμε;