Όλο και πιο κοντά στην κατάθεσή του στη Βουλή έρχεται το νέο νομοσχέδιο για τα ΜΜΕ, το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται υπό καθεστώς διαβούλευσης με τους αρμόδιους φορείς. Το προηγούμενο σχετικό νομοσχέδιο που είχε ετοιμαστεί από τον Στέλιο Πέτσα είχε αποσυρθεί, αφού είχε προκαλέσει πολλές αντιδράσεις. Ωστόσο τίποτα δεν διασφαλίζει ότι κάτι αντίστοιχο δεν θα γίνει και με το νέο.

Κι αυτό διότι μια προσεκτική μελέτη του νέου προσχεδίου δείχνει ότι τα μέτωπα παραμένουν ανοικτά και οι διατάξεις που η κυβέρνηση θέλει να περάσει παραμένουν δύσκολες και απαιτούν γενναίες παραχωρήσεις από όλους. Παραχωρήσεις τις οποίες δεν ευνοεί η παρούσα συγκυρία. Στόχος της κυβέρνησης βέβαια είναι το νομοσχέδιο να κατατεθεί μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου, κάτι που μένει να αποδειχθεί στην πράξη. Μελετώντας το προσχέδιο, εντοπίζει κανείς 4 βασικά σημεία τα οποία έχουν πυροδοτήσει τις εντάσεις.

Το πρώτο που αφορά και στον διαφημιστικό κλάδο έχει να κάνει με το περίφημο άρθρο 48, το οποίο κατά την ΕΔΕΕ και τον ΣΔΕ, με τις σχετικές διατάξεις του αλλάζει τα δεδομένα διεξαγωγής των specs, απαγορεύει στην ουσία την παροχή υπηρεσιών media auditing και συνδέει άμεσα την λήψη πιστωτικών από τα ΜΜΕ με την παροχή φοροελαφρύνσεων για τη διαφημιστική δαπάνη. Οι εν λόγω φορείς δεν μπορούν να αποδεχθούν το βαθμό παρέμβασης του κράτους σε μια τέτοια σημαντική διαδικασία. Κυρίως από τη στιγμή που όλες οι διατάξεις είχαν φτιαχτεί χωρίς να ζητηθεί η γνώμη τους.

Το δεύτερο σημείο τριβής έχει να κάνει με την απόσυρση του όρου «ενημερωτικός» από την κατηγορία των θεματικών καναλιών είτε πανελλαδικής είτε περιφερειακής εμβέλειας. Αν στο σημείο αυτό προσθέσει κανείς και τις διαφωνίες για τους όρους και τις προϋποθέσεις αδειοδότησης των περιφερειακών καναλιών, δημιουργείται ένα εκρηκτικό κοκτέιλ διαφορετικών απόψεων και εκτιμήσεων που δεν φαίνεται να μπορεί εύκολα να απενεργοποιηθεί.

Το τρίτο σημείο που προκαλεί διαφωνίες είναι το άρθρο 17, που προβλέπει την έμμεση χρηματοδότηση των ιδιωτικών καναλιών μέσω των κονδυλίων για τον κινηματογράφο. Κι αυτό διότι στο άρθρο αυτό προβλέπεται η μεταφορά ποσοστού 1,5% για την παραγωγή εθνικής κινηματογραφικής παραγωγής από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου στο ΕΚΟΜΕ, αφού το τελευταίο ουσιαστικά χρηματοδοτεί κυρίως τηλεοπτικές και διεθνείς παραγωγές, οι οποίες όμως ενισχύονται ούτως ή άλλως από κονδύλια χωρών της Ε.Ε.

Το τέταρτο προβληματικό σημείο είναι το άρθρο 41, το οποίο έχει να κάνει με τον αριθμό των απασχολούμενων σε κάθε τηλεοπτικό σταθμό. Το προηγούμενο προέβλεπε τη μείωση των απασχολούμενων με συμβάσεις, από 400 σε 280 εργαζόμενους, το οποίο προκάλεσε και μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις. Ωστόσο εδώ υπάρχει μια νέα πρόταση που έκανε ο Στέλιος Πέτσας, σύμφωνα με την οποία η μείωση των απασχολούμενων θα ήταν από τα 400 στα 320 άτομα, με τα υπόλοιπα 80 να απασχολούνται σε άλλες εταιρείες των τηλεοπτικών ομίλων. Η πρόταση αυτή φάνηκε τότε να ικανοποιεί τους εργαζόμενους στα κανάλια, μένει να επιβεβαιωθεί και στο νέο νομοσχέδιο.

Σε κάθε περίπτωση, η εξίσωση είναι δύσκολη, ειδικά στην παρούσα συγκυρία, με την πανδημία να στέκεται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια εργαζομένων, αλλά και ιδιοκτητών καναλιών. Μέχρι που μπορούν να φτάσουν οι υποχωρήσεις των εμπλεκόμενων κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Σε κάθε περίπτωση, είναι η ώρα το θέμα αυτό να κλείσει, ώστε ο ευρύτερος κλάδος των ΜΜΕ να πάει παρακάτω.

Οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει τα προσεχή χρόνια και ιδιαίτερα αμέσως μετά το πέρας της πανδημίας είναι δύσκολες και δεν επιτρέπουν εσωστρέφεια και αδράνεια.