Στο προηγούμενο άρθρο αναφέρθηκα σε μια από τις διαθέσιμες οδούς για το export  brand στην προσπάθειά του να γνωριστεί και να δημιουργήσει σχέση  με  δυνητικούς καταναλωτές του, ονοματίζοντάς την ως «self discovery». Έγραφα ότι συχνά είναι αποτελεσματικότερο ο καταναλωτής  να πιστέψει ότι ανακάλυψε το brand μόνος του ή ότι το έμαθε από κάποιον άλλον του οποίου την γνώμη εκτιμά.  Εφόσον λοιπόν το ελληνικό brand που φιλοδοξεί να επεκταθεί στις διεθνείς αγορές επιλέξει μια τέτοια τακτική, θα πρέπει να θέσει ως έναν κεντρικό στόχο του τη δημιουργία διεθνών πρεσβευτών.

Οποιοσδήποτε μπορεί να αποτελέσει πρεσβευτή του brand αρκεί να μπορεί να θεωρηθεί από τον καταναλωτή ως ειδήμων σε σχέση με αυτό ή/και την κατηγορία στην οποία αυτό ανήκει. Και αν ο χαρακτηρισμός ακούγεται επαρκώς πομπώδης ώστε να δημιουργεί ανησυχίες για την ικανότητα του brand να τον πείσει να γίνει πρεσβευτής του, ας αναλογιστούμε ότι ακόμα και ο απλός τουρίστας που επισκέπτεται την χώρα μας, όταν πια έχει επιστρέψει στην πατρίδα του, μπορεί να θεωρηθεί ειδήμων στον κύκλο του για τα προϊόντα μας. Αντίστοιχα, ειδήμων για διάφορες κατηγορίες προϊόντων μας μπορεί να θεωρηθεί και οποιοσδήποτε από τους εκατομμύρια Έλληνες της διασποράς έρθει σε επαφή με τον καταναλωτή που μας ενδιαφέρει.

Ακόμη περισσότερο αν είναι κάποιος που δραστηριοποιείται επαγγελματικά σε κάποια συγγενική του brand κατηγορία. Φανταστείτε για παράδειγμα την αξία της στήριξης ενός ελληνικού brand τροφίμων από κάποια από τα δημοφιλή ελληνικά εστιατόρια της Νέας Υόρκης ή του Λονδίνου.  Ή πόσο μεγάλη υπήρξε η σημασία της υποστήριξης του Nicholas Negroponte του MIT σε γνωστή ελληνική εταιρεία mobile marketing που κατάφερε την ταχεία διεθνή επέκταση και την εισαγωγή σε ξένες χρηματιστηριακές αγορές.

Και προφανώς δεν μιλάμε μόνο για την εκμετάλλευση των μεγάλων δεξαμενών που μας προσφέρουν ο τουρισμός και η ελληνική διασπορά. Υπάρχουν άνθρωποι και ΜΜΕ διεθνώς με ιδιαίτερη επιρροή που δεν αποτελούν – όπως νομίζουν κάποιοι – άβατο για ελληνικά brands. Θυμίζω την επιλογή ελληνικού, διεθνούς πλέον, brand φυσικών καλλυντικών να χρησιμοποιήσει στο ξεκίνημά του το endorsement από το κυρίαρχο τότε Wallpaper. Ή τις συχνότατες πλέον αναφορές τεράστιων διεθνών τίτλων, από τη Vogue μέχρι το Monocle και το Conde Nast Traveller, σε μικρού μεγέθους ελληνικά brands, π.χ. ξενοδοχείων, εστιατορίων, γεωργικών προϊόντων και άλλων τροφίμων και ποτών από τα πιο απίθανα μέρη ή κάθε είδους ελλήνων δημιουργών που δραστηριοποιούνται στο χώρο της μόδας, των τεχνών, του design, της αρχιτεκτονικής, κ.ο.κ.