Ποια είναι τελικά η αξία των τηλεοπτικών αδειών που ετοιμάζεται να μοιράσει το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης; Το ποσό από το οποίο υπάρχει πρόθεση να ξεκινήσει ο διαγωνισμός είναι 24,5 εκατ. ευρώ ανά έτος, για μια δεκαετία.

Με βάση τα στοιχεία του ειδικού φόρου τηλεόρασης που είναι 20% και από τον οποίο το κράτος αποκομίζει λίγο πάνω από τα 40 εκατ. ευρώ ετησίως, το σύνολο της διαφημιστικής δαπάνης στην τηλεόραση για τα κανάλια εθνικής εμβέλειας είναι σήμερα της τάξεως των 240 εκατ. ευρώ το χρόνο. Αν από τα ποσά αυτά αφαιρεθούν τα 40 εκατ. του φόρου και τα 24,5 εκατ. της άδειας, τότε τα συνολικά έσοδα που απομένουν από την σημερινή διαφημιστική αγορά για τα έξι κανάλια που αποφάσισε να αδειοδοτήσει το ΕΣΡ είναι της τάξεως των 30 εκατ. ευρώ το χρόνο.

Έχει οικονομική λογική η επένδυση αυτή για οποιονδήποτε καναλάρχη; Η απάντηση με καθαρά εμπορικούς όρους είναι ένα μεγαλοπρεπές «Όχι». Ο λόγος δεν αφορά μόνο στο παρόν, αλλά προπαντός το μέλλον. Τι αγοράζουν οι έξι σταθμοί με τα 24,5 εκατ. ευρώ (κόστος αδειών) + 40 εκατ. ευρώ. (φόρος τηλεόρασης) που απαιτούνται για να υπάρχουν ως τηλεοπτικά κανάλια εθνικής εμβέλειας; Τη δυνατότητα διανομής της εικόνας τους από τις δημόσιες ραδιοσυχνότητες;  Πόσο ανταγωνιστικό θα είναι το σύστημα αυτό διανομής σε σχέση με το διαδίκτυο στην επόμενη δεκαετία; Η απάντηση είναι «Καθόλου».

Για τρεις λόγους:
Πρώτον, γιατί το διαδίκτυο θα είναι όλο και πιο αποτελεσματικό σε ό,τι αφορά την μετάδοση εικόνας και ήχου στα επόμενα χρόνια, ενώ με τη βοήθεια των διαφόρων εργαλείων (τύπου chromecasting κ.λπ.) και του απίστευτου περιεχομένου ταινιών, σειρών κ.λπ. που υπάρχει σ’ αυτό, θα εγκατασταθεί για τα καλά στις μεγάλες οθόνες της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού. Την ίδια στιγμή, όλο και περισσότερο από το περιεχόμενο αυτό θα το βλέπουν οι θεατές στις μικρές οθόνες του tablet τους, που είναι εξόχως εξατομικευμένες.

Δεύτερον, γιατί τα εργαλεία διαφημιστικής στόχευσης των θεατών μέσω διαδικτύου θα γίνονται όλο και πιο αποτελεσματικά, προσφέροντας αυξημένη απόδοση στην τηλεοπτική εικόνα που προσφέρεται μέσω διαδικτύου, σε σύγκριση με τα κλασικά εργαλεία που αφορούν στην παραδοσιακή διαφημιστική δαπάνη των εθνικών καναλιών. Τη διαφορά που μπορεί να κάνει αυτό από πλευράς απόδοσης της διαφημιστικής δαπάνης την έδειξε ο Donald Trump που με αυτά τα εργαλεία κέρδισε κατά βάση (αν και με κάπου 3 εκατ. ψήφους λιγότερες από την αντίπαλό του), την εκλογή στις ΗΠΑ. Σημειώνεται εδώ ότι τα σχετικά εργαλεία θα γίνονται όλο και πιο αποτελεσματικά και διαδεδομένα την επόμενη δεκαετία. Η σχετική καμπύλη καινοτομίας βρίσκεται ακόμα στην αρχή.

Τρίτον, γιατί σε αντίθεση με το σύστημα διανομής της εικόνας μέσω δημόσιων συχνοτήτων, το διαδίκτυο επιτρέπει και την χρέωση συνδρομής για την θέαση περιεχομένου, συνεπώς μπορεί να αξιοποιήσει ταυτόχρονα ολόκληρη την αγορά, και αυτή της διαφημιστικής δαπάνης και αυτή των συνδρομών.

Για τους λόγους αυτούς εύλογα οι τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας ζητούν σοβαρή μείωση του φόρου τηλεόρασης, πριν ξεκινήσει ο διαγωνισμός για τις τηλεοπτικές άδειες. Έχουν δίκιο, αν και είναι πιθανό τα αιτήματά τους να ξεπεραστούν από τη ζωή. Γιατί οι μεταβάσεις σε νέες τεχνολογίες δεν είναι πάντα σταδιακές. Είναι πολλές φορές και βίαιες και ταχύτατες. Ο κίνδυνος η τηλεόραση να περάσει μαζικά από τις δημόσιες συχνότητες στο διαδίκτυο είναι απολύτως υπαρκτός για την επόμενη δεκαετία (ή και νωρίτερα) και αν αυτό συμβεί η άδεια που θα έχουν αγοράσει οι νέοι καναλάρχες ακόμα και με μηδενικό φόρο τηλεόρασης μπορεί να αποδειχθεί βαρέλι δίχως πάτο.