Ήταν 29 Νοεµβρίου του 2016 όταν στο Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενηµέρωσης, η ΕΝΕΔ παρουσίαζε τον Κώδικα Δεοντολογίας των Ελληνικών Ψηφιακών Μέσων Ενηµέρωσης. Αναµφισβήτητα ήταν µια ιστορική στιγµή για τους ψηφιακούς εκδότες, αφού ο Κώδικας έρχονταν σε µια δύσκολη συγκυρία για τα ψηφιακά µέσα, τα οποία βάλλονταν από παντού κυρίως για ότι είχε να κάνει µε την ποιότητα και την εγκυρότητα της πληροφορίας που µετέφεραν.

Η παρουσίαση του Κώδικα έγινε με κάθε επισημότητα, σε μια εκδήλωση όπου παρευρέθηκαν η τότε πολιτική ηγεσία, εκδότες και ανώτατα στελέχη των ψηφιακών – αλλά και «παραδοσιακών» – μέσων, άνθρωποι των media και δημοσιογράφοι. Ο Κώδικας περιλάμβανε ουσιαστικά ένα Καταστατικό Σύνταξης με κοινούς κανόνες για τα μέλη της ΕΝΕΔ. Ήταν ένα σχέδιο αυτορρύθμισης με εκδοτικές και δημοσιογραφικές βέλτιστες πρακτικές για τα ελληνικά ψηφιακά μέσα ενημέρωσης.

Και μπορεί η ύπαρξη ενός Κώδικα Δεοντολογίας να μην λύνει από μόνη της τα προβλήματα, ωστόσο για τα ελληνικά ψηφιακά μέσα ήταν – και παραμένει – μια σημαντική εξέλιξη για την αξιοπιστία τους. Μια αξιοπιστία ιδιαίτερα σημαντική τόσο για τους αναγνώστες που τα «ακολουθούν», όσο και για τους διαφημιζόμενους, που δεν θα ήθελαν να τοποθετούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους σε αμφιλεγόμενα ψηφιακά διαφημιστικά περιβάλλοντα.

Από εκείνο τον Νοέμβριο πέρασαν τρία και πλέον χρόνια. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι τα προβλήματα λύθηκαν. Κι αυτό διότι όσοι νόμοι και κανόνες κι αν υπάρχουν, σε όποια μορφή και αν εμφανίζονται, πάντα η ανθρώπινη βούληση είναι που θα εξασφαλίζει την επιτυχία εφαρμογής αυτών. Η συναισθηματική και κοινωνική νοημοσύνη των ανθρώπων – για να θυμηθούμε και τα όσα έχει γράψει για το θέμα ο Daniel Goleman – θα καθοδηγεί τις πράξεις τους.

Θα μπορούσαμε λοιπόν, να πούμε πολλά για το τι έγινε και τι δεν έγινε από τότε μέχρι σήμερα. Δεν θα είχε νόημα να το κάνουμε. Αυτό που σήμερα έχει σημασία να τονίσουμε είναι ότι η ύπαρξη φορέων όπως η ΕΝΕΔ είναι απολύτως απαραίτητη «για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος εμπιστοσύνης και εγγύησης της εύρυθμης λειτουργίας και διαφάνειας της αγοράς, για την ανάπτυξη και προώθηση πρωτογενούς ψηφιακού περιεχομένου, αλλά και για την ενίσχυση της αξιοπιστίας, της αξίας και της συνολικής παρουσίας των επώνυμων sites», όπως αναφέρει και η ίδια η Ένωση στο web site της.

Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, τους τελευταίους μήνες δεν ήταν λίγες οι φωνές που μιλούσαν για αδράνεια της ΕΝΕΔ, για την αδυναμία της να εκφράσει συλλογικό λόγο, αλλά και για εσωτερικές διαφωνίες των μελών της. Μάλιστα, η αποχώρηση τον περασμένο Φεβρουάριο της Liquid Media από την Ένωση έκανε πολλούς να μιλούν για το τέλος της ΕΝΕΔ.

Κάτι που εάν συνέβαινε θα ήταν πολύ άσχημο για τον κλάδο των ψηφιακών μέσων, ειδικά από τη στιγμή που παραμένουν ανοικτά τόσο σοβαρά ζητήματα, όπως θέματα φορολογίας, εισφορών στον ΕΔΟΕΑΠ, ασφαλιστικά κ.α. Γι’ αυτό και η πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΝΕΔ ότι επιστρέφει σε αυτήν η Liquid Media μόνο ως θετική εξέλιξη μπορεί να εκληφθεί.

Δεν είναι όµως όλα αγγελικά πλασµένα. Η δήλωση του Προέδρου της ΕΝΕΔ, Δηµήτρη Γιαννακόπουλου δεν αφήνει περιθώρια παρερµηνειών, όταν τονίζει ότι «επιτέλους θα πρέπει η Ένωση να αποκτήσει τον ρόλο που θα έπρεπε να έχει εξαρχής: να υπηρετεί µε ενωτικό -και όχι διχαστικό- τρόπο τους σοβαρούς εκδότες του Διαδικτύου».

Είναι προφανές ότι δεν θα πάρουµε θέση για το τι έχει συµβεί στο παρελθόν, δεν είναι άλλωστε αυτό το ζητούµενο. Αυτό που πιστεύουµε ακράδαντα όµως είναι ότι ο κλάδος έχει ανάγκη από µια ισχυρή από κάθε άποψη ΕΝΕΔ και προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να βοηθήσουµε όλοι.

Με τόσα ανοικτά θεσµικά ζητήµατα, η αποσύνθεση της Ένωσης θα ήταν πολύ αρνητική όχι µόνο για τους ψηφιακούς εκδότες, αλλά για την ευρύτερη διαφηµιστική αγορά. Οι διαφωνίες είναι πολυτέλεια. Είναι η ώρα που το «εγώ» θα πρέπει να γίνει «εµείς».