Ο επαγγελματικός στίβος απαι-τεί πολλές και αποδεδειγμένες ικανότητες, καθώς και ένα πλούσιο βιογραφικό, όχι μόνο για τους νεοεισαχθέντες, αλλά και για τα ήδη καταξιωμένα στελέχη. Παράλληλα, οι εξελίξεις σε πολλούς τομείς εισάγουν νέα δεδομένα και εργαλεία, με τα οποία οι εργαζόμενοι μπορούν να εξοικειωθούν μέσω της χρήσης και της σχετικής εκπαίδευσης. Είναι λοιπόν αναμενόμενη η επιθυμία των εργαζομένων για περαιτέρω εξειδίκευση και δια βίου εκπαίδευση, όπως και η στροφή τους στην παρακολούθηση διαφόρων εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Από την τάση αυτή δεν θα μπορούσαν να εξαιρούνται τα στελέχη της Επικοινωνίας, του Marketing, της Διαφήμισης και των Δημοσίων Σχέσεων.

Απαραίτητη η συνεχής εκπαίδευση για τα στελέχη, εν μέσω κρίσης
Ο Κώστας Στάμκος, Business Development Director του City Unity College, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η κρίση έχει αλλάξει το τοπίο στην ελληνική εκπαιδευτική αγορά. Στελέχη τα οποία μέχρι πριν λίγα χρόνια εργάζονταν σε θέσεις ευθύνης χωρίς να διαθέτουν κάποιο πρώτο πτυχίο αναγκάζονται πλέον “να επιστρέψουν στα θρανία” στην προσπάθεια να το αποκτήσουν. Παράλληλα, στελέχη τα οποία είχαν επαναπαυθεί στο πρώτο τους πτυχίο και τη “σιγουριά” που αυτό τους έδινε, σήμερα αναγκάζονται να αποκτήσουν ένα μεταπτυχιακό. Η αγορά εργασίας έχει συρρικνωθεί σε τέτοιο βαθμό που δεν επιτρέπει σε κανέναν μας να μείνει για χρονικό διάστημα άνω των πέντε ετών “μακριά από τα θρανία”».

Την ίδια άποψη εκφράζει και η Κατερίνα Ξυνή, Vice President και Managing Director του Mediterranean College: «Η συνεχής εκπαίδευση και περαιτέρω εξειδίκευση ενός επαγγελματία είναι απαραίτητη, ώστε να παραμείνει ανταγωνιστικός στην απαιτητική αγορά εργασίας. Πόσο μάλλον όταν οι εξελίξεις στην επιστήμη και την τεχνολογία είναι ταχύτατες και η διαρκής ανανέωση των γνώσεων σε όλους τους τομείς είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επαγγελματική επιτυχία. Δεν πιστεύουμε, ωστόσο, ότι η διαρκής εκπαίδευση είναι φαινόμενο της κρίσης. Είναι γεγονός ανάλογο με την ταχύτητα της πληροφορίας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην αγορά, η ανάπτυξη ενός οργανισμού εξαρτάται από την ικανότητα των στελεχών του να μαθαίνουν γρηγορότερα από τους ανταγωνιστές του».

Όσο απαραίτητα και αν είναι, από την άλλη πλευρά, οι εταιρείες στην Ελλάδα της κρίσης συχνά δεν δύνανται να ανταπεξέλθουν στα έξοδα παρακολούθησης ενός προγράμματος εκπαίδευσης ή εξειδίκευσης για τα στελέχη τους. Ο Γιώργος Κατσουράνης, Γενικός Διευθυντής του Κέντρου Βιώσιμης Επιχειρηματικότητας Εξέλιξη και Διευθυντής Οργανωσιακής Μάθησης του Ομίλου Τράπεζας Πειραιώς, μας ενημερώνει σχετικά: «Οι εταιρείες, στις περισσότερες περιπτώσεις, όταν εισέρχονται σε περίοδο οικονομικής στενότητας περιορίζουν αισθητά την επένδυσή τους στην εκπαίδευση των στελεχών τους. Συνεπώς, συνολικά η εκπαίδευση υφίσταται σημαντική μείωση, καθώς θεωρείται ως μια “nice to have δαπάνη” από τους πολλούς. Αντίστοιχα, τα πολύ υψηλού επιπέδου προγράμματα αναδεικνύονται ως μια “απολύτως αναγκαία επένδυση” για όσους θέλουν να ξεχωρίσουν».

«In-house» διοργάνωση προγραμμάτων
Λόγω της εκτεταμένης ζήτησης, εκπαιδευτικά προγράμματα και σεμινάρια για στελέχη Επικοινωνίας προσφέρονται πλέον και από δημόσιους και από ιδιωτικούς φορείς, με νέους «παίκτες» να εισβάλλουν συνεχώς στην αγορά. Αισιόδοξο για την πορεία των ελληνικών επιχειρήσεων είναι το γεγονός ότι, παρά την κρίση, κάποιες από αυτές συνεχίζουν να επενδύουν στην εκπαίδευση των στελεχών τους και να οργανώνουν οι ίδιες σχετικά προγράμματα. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η φαρμακευτική εταιρεία Roche Hellas, η οποία ανακοίνωσε τον περασμένο Απρίλιο την έναρξη του προγράμματος #Roche-AUEB_Digital_Academy, σε συνεργασία με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Απευθυνόμενο σε 25 στελέχη της εταιρείας, το πρόγραμμα διάρκειας 6 μηνών και συνολικά 100 εκπαιδευτικών ωρών, εστιάζει στα ψηφιακά μέσα, τις νέες τεχνολογίες και το ψηφιακό marketing.

Τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας στην κορυφή της ζήτησης
Ο ολοένα αναπτυσσόμενος χώρος του digital προσφέρει πολλές και ποικίλες δυνατότητες αξιοποίησης από τα στελέχη Επικοινωνίας, τα οποία οφείλουν να παρακολουθούν και να ενημερώνονται συνεχώς για τις τελευταίες εξελίξεις. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι στις πρώτες θέσεις στα πιο δημοφιλή εκπαιδευτικά προγράμματα για στελέχη συναντάμε θεματικές γύρω από τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας. Η ζήτηση διαμορφώνει και την προσφορά, γι’ αυτό και δημιουργούνται όλο και συχνότερα αντίστοιχα προγράμματα και σεμινάρια.

Ο Γιώργος Κατσουράνης εξηγεί: «Καθώς η τεχνολογία, το λογισμικό και η διαθέσιμη πληροφορία εξελίσσονται με γεωμετρική πλέον πρόοδο, οι ευκαιρίες, αλλά και οι ανάγκες για πιο προσωποποιημένη επικοινωνία με τον πελάτη γίνονται όλο και πιο επιτακτικές. Φυσικά, όλες αυτές οι αλλαγές μεταβάλλουν σημαντικά και το σύνολο των γνώσεων και δεξιοτήτων που πρέπει να έχουν και τα στελέχη των εταιρειών που ασχολούνται με το marketing, τις δημόσιες σχέσεις, τα κανάλια διανομής, τα logistics, την έρευνα και την ανάπτυξη, το HR. Για να μπορείς λοιπόν να διαμορφώσεις μια βιώσιμη στρατηγική για την επιχείρησή σου, θα πρέπει να μπορείς να αντιλαμβάνεσαι όλες αυτές τις εξελίξεις, τις ευκαιρίες και τις απειλές που ενεργοποιούνται, αλλά και τις νέες αγορές που ανοίγονται μπροστά σου».

Μεγάλο μέρος των στελεχών Επικοινωνίας επικεντρώνει το ενδιαφέρον του σε έναν συγκεκριμένο τομέα του ψηφιακού κόσμου, ο οποίος παρουσιάζει μεγάλες δυνατότητες για το marketing, τη διαφήμιση και την προώθηση. Αυτός ο τομέας δεν είναι άλλος από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ή αλλιώς social media. Η Κατερίνα Ξυνή επισημαίνει σχετικά: «Η Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων (Business School) του Mediterranean College, που παρέχει σύγχρονη εκπαίδευση σε όλους τους βασικούς άξονες του Marketing, της Οικονομίας και Διοίκησης, παρουσιάζει συνολικά αυξημένη ζήτηση. Σε επίπεδο μεταπτυχιακών διακρίνονται σταθερά τα προγράμματα MBA και MSc Marketing Management του University of Derby.


Σε επίπεδο επιμέρους θεματικής, έχουμε δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση των φοιτητών μας σε digital & social media». Ο Κώστας Στάμκος από την πλευρά του, αναφέρει ότι η αγορά εργασίας ζητά στελέχη του ευρύτερου εμπορικού τομέα με ότι αυτό συνεπάγεται (πωλήσεις, marketing, επικοινωνία), ενώ παραδοσιακά, μεγάλο ενδιαφέρον υπάρχει πάντοτε για οικονομικά στελέχη, καθώς και στελέχη πληροφορικής. Ακολουθώντας τη ζήτηση αυτή, η προσφορά εκπαιδευτικών προγραμμάτων κινείται αναλόγως. Ο ίδιος υπογραμμίζει και κάτι ακόμα που δεν είναι ευρέως γνωστό, αλλά παρουσιάζει ενδιαφέρον: «Τη στιγμή που η αγορά εργασίας ζητά τα παραπάνω, οι υποψήφιοι εδώ και μερικά χρόνια εκδηλώνουν τεράστιο ενδιαφέρον για κλάδους ανθρωπιστικών επιστημών με επίκεντρο την ψυχολογία. Πρόκειται καθαρά για σημάδι των καιρών, καθώς η εποχή που ζούμε μας έβγαλε όλους από την βολή μας και δημιούργησε σε πολλούς από εμάς άσχημες οικονομικές και οικογενειακές καταστάσεις».

MBA: ο σημαντικότερος μεταπτυχιακός τίτλων σπουδών
Στην κορυφή, όσον αφορά στη ζήτηση των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών παραμένει εδώ και χρόνια το Master of Business Administration (MBA), καθώς η παρακολούθηση και ολοκλήρωσή του χαρακτηρίζεται ως ένα κρίσιμο και στρατηγικό βήμα στην πορεία της καριέρας ενός επαγγελματία. Το QS Intelligence Unit, σε συνεργασία με το TopMBA.com, διεξάγει κάθε χρόνο από το 1990, διεθνή έρευνα γύρω από τους συμμετέχοντες των MBAs, τα οφέλη που αποκομίζουν από αυτό, καθώς και την σχετική μισθολογική πολιτική που ακολουθεί για τους αποφοίτους η εκάστοτε χώρα. Η κατοχή ενός τέτοιου τίτλου παίζει πλέον κεντρικό ρόλο στην είσοδο και επικράτηση ενός στελέχους στον επαγγελματικό στίβο, αφού η ζήτηση αποφοίτων MBA από εταιρείες αναπτυσσόμενων χωρών αυξάνεται συνεχώς.

Η έρευνα του 2013 αποκαλύπτει ότι η ζήτηση για MBAs στην Δυτική Ευρώπη παρουσίασε αύξηση 1%, με τις Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Σκανδιναβία να οδηγούν την ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά, μηδενική έως ελάχιστη ζήτηση καταγράφεται σε Ελλάδα, Ισπανία και Ιρλανδία, λόγω της οικονομικής κρίσης που πλήττει εργοδότες και εργαζόμενους. Οι προβλέψεις, παρά ταύτα, για το 2014 θέλουν μια αύξηση 6% στην ζήτηση κατόχων MBA από τους εργοδότες στη Δυτική Ευρώπη. Την τελευταία πενταετία, η περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης παρουσίασε την πιο αργή ανάπτυξη στον κόσμο στην ζήτηση αποφοίτων MBA, καταγράφοντας όμως ένα θετικό ποσοστό 6% για το 2013. Την μεγαλύτερη ζήτηση εμφάνισαν η Πολωνία (18%) και η Βουλγαρία (20%), ενώ την μεγαλύτερη πτώση η Ουγγαρία (33%). Η αντίστοιχη πρόβλεψη για το 2014 των εργοδοτών Ανατολικής Ευρώπης αγγίζει το εντυπωσιακό 34%.

Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι, οι εργοδότες θεωρούν βασικό παράγοντα της διαδικασίας πρόληψης κατόχων διεθνών MBAs την γλωσσική και πολιτισμική επικοινωνία, τον τύπο και τη διάρκεια της εκπαίδευσης. Όπως είναι αναμενόμενο, η εμπειρία ενός υποψηφίου σε διεθνείς θέσεις εξακολουθεί να αποτελεί ένα σημαντικό πλεονέκτημα, καθιστώντας την εύρεση εργασίας περισσότερο πιθανή.

Αυξάνεται σταδιακά η ζήτηση για marketing MBAs
Ιδιαίτερα ενδιαφέροντα ευρήματα σχετικά με τους υποψηφίους των MBAs συναντάμε και στην ετήσια έρευνα QS TopMBA.com Applicant Survey 2014. Σύμφωνα με την έρευνα, στην κορυφή των προορισμών για παρακολούθηση προγραμμάτων MBA βρίσκονται ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο, με ποσοστό επιλογής 67,4% και 46,3% αντίστοιχα. Την επιλογή των υποψηφίων φαίνεται να οδηγεί σταθερά ο βαθμός διεθνούς αναγνώρισης του εκάστοτε αποκτηθέντος τίτλου σπουδών. Άλλος ένας σημαντικός παράγοντας επιλογής είναι και η επιθυμία για εύρεση εργασίας στην επιλαχούσα χώρα, καθώς και τα πολιτιστικά ενδιαφέροντα του υποψηφίου και το αν απαιτείται η έκδοση visa.

Ένα άλλο εύρημα είναι ότι οι περισσότεροι υποψήφιοι που επιλέγουν ένα MBA, επιθυμούν να παραμείνουν στον ίδιο τομέα στον οποίο εργάζονται, με το 60% του συνολικού δείγματος να αφήνει μεν ανοιχτό το ενδεχόμενο αλλαγής επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Όσον αφορά τους δημοφιλέστερους τομείς, οι management, finance και strategy παραμένουν στην κορυφή, ενώ ο τομέας του marketing παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια αυξημένη ζήτηση, υποδεικνύοντας την παγκόσμια στροφή της αγοράς στο digital. Συγκεκριμένα, το ποσοστό δημοτικότητάς του ως αντικείμενο MBA ανήλθε το 2014 στο 32%.

Πώς αποδεικνύονται τα οφέλη ενός εκπαιδευτικού προγράμματος;
Και ενώ όλοι αναφερόμαστε στα πολλαπλά οφέλη που αποκομίζει ένας εργαζόμενος, αλλά και η εταιρεία/επιχείρηση, από την παρακολούθηση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε εάν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν σε πόσο διάστημα μπορεί να επιτευχθεί η επαγγελματική και οικονομική «εξαργύρωση» της κατοχής ενός τέτοιου τίτλου. Υπάρχουν, άραγε, επίσημα στοιχεία που να μας επιτρέπουν την ασφαλή εξαγωγή ενός τέτοιου συμπεράσματος; Σύμφωνα με την Κατερίνα Ξυνή, «η επαγγελματική εξέλιξη του κάθε ανθρώπου είναι προϊόν κυρίως ατομικής προσπάθειας. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού οργανισμού είναι να προσφέρει στον εκπαιδευόμενο τις προϋποθέσεις και να δρα καταλυτικά στην προσπάθειά του προς την επαγγελματική ανάπτυξη».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η άποψη του Κώστα Στάμκου: «Αυτό που μπορεί να ειπωθεί με σιγουριά είναι πως η εκπαιδευτική μας επιλογή, είτε σωστή είτε λανθασμένη, θα μας ακολουθεί σε όλα τα στάδια της καριέρας μας. Θα τη βρίσκουμε μπροστά μας σε κάθε διεκδίκηση μισθολογικής και ιεραρχικής εξέλιξης και θα τη βλέπουμε είτε ως εμπόδιο σε περίπτωση που είναι ελλιπής, είτε ως εργαλείο εφόσον έχουμε κάνει τη σωστή επιλογή». Την επιτυχία και «εξαργύρωση» ενός εξειδικευμένου εκπαιδευτικού προγράμματος αποδεικνύει ο βαθμός της ζήτησής του στην αγορά, είναι η άποψη του Γιώργου Κατσουράνη.

Αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αν κοιτάξει κάποιος την τελευταία έρευνα του Δείκτη Τάσεων Αγοράς Εργασίας (RCI) που διενεργεί το ALBA, θα διαπιστώσει ότι στους κλάδους της Πληροφορικής και του Marketing η ζήτηση εμφανίζεται ιδιαίτερα αυξημένη, ενώ για την Πληροφορική εμφανίζεται και υψηλό επίπεδο δυσκολίας στην εύρεση των κατάλληλων στελεχών. Συνεπώς, η παρακολούθηση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος φαίνεται να είναι μια ξεκάθαρα επωφελής επένδυση και σε ατομικό, αλλά και σε εταιρικό επίπεδο».