Η τροπολογία κατατέθηκε στη Βουλή και με σχετική ΚΥΑ που θα εκδοθεί άμεσα θα συγκεκριμενοποιηθούν η διαδικασία, οι όροι και οι προϋποθέσεις. Σε πρώτη φάση ωστόσο, αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι η επιχορήγηση απευθύνεται σε εκδοτικές επιχειρήσεις που εκδίδουν εφημερίδες και περιοδικά πανελλήνιας κυκλοφορίας, ενώ αυτή τη φορά συμπεριλαμβάνονται και επιχειρήσεις έκδοσης περιφερειακών και τοπικών εφημερίδων. «Η στήριξη κρίνεται αναγκαία, αποτελεί μάλιστα πάγιο αίτημα του κλάδου, καθώς τα τελευταία χρόνια, λόγω των επάλληλων εξωγενών κρίσεων, καταγράφεται κατακόρυφη αύξηση των λειτουργικών εξόδων, του μεταφορικού κόστους για τη διανομή και του κόστους αγοράς του δημοσιογραφικού χάρτου» αναφέρεται μεταξύ άλλων στο σκεπτικό του νομοσχεδίου.

Ιδιαίτερα κατατοπιστική είναι και η αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας: «Συνέπειες της κρίσης του κορωνοϊού Covid-19 είναι μεταξύ άλλων, στο χώρο των εντύπων μέσων και η κατακόρυφη αύξηση στα μεταφορικά κόστη για τη διανομή των εντύπων, αλλά και στο κόστος της αγοράς της πρώτης τους ύλης, δηλαδή του δημοσιογραφικού χάρτου (…) Κατά την περίοδο της πανδημικής κρίσης επλήγη ανεπανόρθωτα ο κλάδος των επιχειρήσεων των εφημερίδων και των περιοδικών, οι οποίες προσπαθούν να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας και να συνεχίσουν να εκπληρώνουν τη συνταγματική τους επιταγή και μείζονα κοινωνική αποστολή, δηλαδή την έγκυρη και αξιόπιστη ενημέρωση. Επίσης, η συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρήσεων δέχθηκε σοβαρό πλήγμα, καθώς είδε τα οικονομικά της μεγέθη να υποχωρούν αισθητά εξαιτίας της αναδιαμόρφωσης του τοπίου των μέσων πληροφόρησης και επικοινωνίας, που οφείλεται αφενός στις νέες μορφές επικοινωνίας και ενημέρωσης που έχουν αναδυθεί τα τελευταία χρόνια και προτιμήθηκαν λόγω των συνθηκών της πανδημίας και αφετέρου στις οικονομικές διαταραχές που προκαλούν εξωγενείς παράγοντες».

Σύμφωνα με την απόφαση, η διάρκεια της επιχορήγησης καθορίζεται σε 3 ημερολογιακά τρίμηνα, αρχής γενομένης από 1η Ιανουαρίου του 2022. Το ύψος της ενίσχυσης του μεταφορικού κόστους είναι ανάλογο του συνολικού μεταφορικού κόστους του κάθε τριμήνου. Το μέγιστο ποσό της επιχορήγησης ισούται με το μεταφορικό κόστος του αντίστοιχου τριμήνου του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους. Τέλος, το ύψος της ενίσχυσης του κόστους δημοσιογραφικού χάρτου είναι ανάλογο του συνολικού κόστους αυτού ανά τρίμηνο. Το μέγιστο ποσό της επιχορήγησης ισούται με το 50% του επιπλέον κόστους δημοσιογραφικού χάρτου του αντίστοιχου τριμήνου του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους.

Το ερώτημα ωστόσο που εύλογα προκύπτει στο σημείο αυτό είναι εάν δίνει λύση η παραπάνω εξέλιξη στο πρόβλημα του Τύπου. Η απάντηση είναι ξεκάθαρα όχι. Οι ζημιές και οι απώλειες εσόδων και κυκλοφοριών που βίωσαν και βιώνουν τα τελευταία χρόνια εφημερίδες και περιοδικά είναι πολλαπλάσιες. Για τις οποίες βέβαια δεν φταίει μόνο η πανδημία, αλλά και άλλοι παράγοντες που όλοι γνωρίζουμε, όπως το διαδίκτυο, η τηλεόραση, η κρίση αξιοπιστίας και εγκυρότητας κ.α. Ωστόσο θα πρέπει να δει κανείς τη μεγάλη εικόνα. Η τροπολογία φιλοδοξεί να καλύψει απλά ένα μέρος της ζημιάς και ίσως κατά τη γνώμη μου λειτουργεί και λίγο σημειολογικά, θέλοντας να δείξει δηλαδή ότι η πολιτεία – υπό την όποια κυβέρνηση- ενδιαφέρεται για τα έντυπα και προσπαθεί και με σειρά άλλων πρωτοβουλιών να τα ενισχύσει. Στο βαθμό των δυνατοτήτων της οικονομίας πάντα. Αν θέλουμε ωστόσο να είμαστε ρεαλιστές θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο αγώνας αυτός είναι άνισος. Θα πρέπει όμως να συνεχιστεί για το καλό της δημοκρατίας και του πλουραλισμού. Και η νέα τροπολογία ακριβώς αυτή την ανάγκη σηματοδοτεί.