Κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου, ίσως και εσείς να διαπιστώσατε στο διαδίκτυο κάποιες online καμπάνιες από δήθεν επώνυμα brands (ένδυσης, καταστημάτων ηλεκτρονικών συσκευών, ειδών σπιτιού κ.ά.), οι οποίες προέτρεπαν τους καταναλωτές να αγοράσουν προϊόντα των brands αυτών σε εξωπραγματικά χαμηλές τιμές, μέσα από συγκεκριμένες ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Προφανής στόχος τέτοιων παράνομων πρακτικών είναι η εξαπάτηση των χρηστών και η απόσπαση ευαίσθητων προσωπικών τους δεδομένων. Πρόκειται για το λεγόμενο «brand fishing», το οποίο χρησιμοποιούν οι επιτήδειοι αξιοποιώντας επώνυμα brands, εν αγνοία των τελευταίων. Το πρόβλημα δεν περιορίζεται στις εορταστικές περιόδους, αλλά πλέον εμφανίζεται σχεδόν καθημερινά, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στα brands, τα οποία πρέπει να διαχειριστούν τέτοια ζητήματα. Το περίεργο είναι ότι, παρά το οφθαλμοφανές του πράγματος, οι χρήστες που πέφτουν στην παγίδα δεν είναι λίγοι. Κι αυτό κάνει το πρόβλημα για τα brands και την εικόνα τους ακόμα πιο έντονο.
Σύμφωνα με την τελευταία κατάταξη Βrand Fishing της Check Point Research για το 4ο τρίμηνο του 2024, θύματα αυτής της προβληματικής κατάστασης έχουν πέσει πολύ μεγάλα brands, όπως Microsoft, Apple, Google, LinkedIn και Alibaba, που συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα. Ωστόσο, το πρόβλημα εντείνεται και πλέον αφορά και καταναλωτικά brands, όπως π.χ. Adidas, Hugo Boss, Guess, Ralph Lauren κ.ά. Τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν ότι οι κλάδοι με τις περισσότερες απομιμήσεις είναι της τεχνολογίας, των social media και του λιανεμπορίου.
Η λύση του προβλήματος απαιτεί σύνθετες πρωτοβουλίες απ’ όλες τις πλευρές. Tων brands, των διαφημιστικών εταιρειών, αλλά και των ίδιων των καταναλωτών. Ξεκινώντας από τους καταναλωτές, είναι σαφές ότι θα πρέπει να είναι περισσότερο επιφυλακτικοί σε τόσο μεγάλες «εκπτώσεις», να μελετούν προσεκτικά όλα τα δεδομένα τέτοιων «προσφορών», αλλά και να υιοθετούν προληπτικά τις βέλτιστες πρακτικές ασφαλείας, με την εγκατάσταση ενημερωμένου λογισμικού προστασίας. Όσον αφορά στα brands και στις διαφημιστικές τους εταιρείες, πέρα από τη θωράκιση της διαδικτυακής παρουσίας τους με την αξιοποίηση προηγμένων υπηρεσιών κυβερνοασφάλειας, θα πρέπει με επικοινωνιακές δράσεις να ενημερώνουν τους καταναλωτές, ενώ είναι αναγκαίο να επενδύσουν στρατηγικά σε εργαλεία crisis management. Διαχρονικά, και όχι αποσπασματικά, όταν δηλαδή εμφανιστεί το πρόβλημα.
Όπως αναφέρει η Check Point Research, το πρόβλημα του brand fishing αναμένεται να ενταθεί τα προσεχή χρόνια, με τους επιτήδειους να χρησιμοποιούν ολοένα και πιο προηγμένες στρατηγικές εξαπάτησης. Τα επώνυμα brands θα είναι οι χαμένοι της υπόθεσης αυτής, αφού έχει αποδειχθεί ότι οι καταναλωτές πολλές φορές δυσκολεύονται να αποδεχθούν ότι τα αγαπημένα τους brands δεν προσπάθησαν και δεν κατάφεραν να τους προστατέψουν από τέτοιες απάτες, αποδίδοντάς τους μέρος της ευθύνης. Πόσο άδικο, μα και πόσο πραγματικό…