Στην Αθήνα τότε εκτός από το βασικό ραδιοφωνικό σταθμό του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και τον Κεντρικό Ραδιοφωνικό Σταθμό Ενόπλων Δυνάμεων (ΚΡΣΕΔ) είχαν αρχίσει από το 1952 οι εκπομπές του Δεύτερου Προγράμματος με την ιδιαιτερότητα ότι στο πρόγραμμα άρχισαν να περιλαμβάνονται διαφημίσεις είτε με μορφή μεμονωμένων μηνυμάτων (σποτ ή σφήνες) είτε με τα λεγόμενα «προσφερόμενα» προγράμματα.

Με την καινοτομία αυτή σύντομα πολλές από τις φωνές των εκφωνητών απέκτησαν «όνομα». Οι περισσότεροι εκφωνητές πέρα από την τακτική τους ραδιοφωνική εργασία της εκφώνησης των προγραμμάτων άρχισαν να συμμετέχουν, όπως ήταν φυσικό, σε προσφερόμενα προγράμματα, σε διαφημίσεις και κάποιοι -λιγότεροι- έχτισαν προγράμματα γύρω από το όνομά τους. Αυτά σε μια περίοδο που μεγάλο μέρος του προγράμματος ήταν ζωντανό και όπου οι «βάρδιες» των εκφωνητών έπρεπε να καλύπτουν όλων των ειδών τις εκφωνήσεις.

Διαφημιστικά και σαπουνόπερες
Αρχικά οι διαφημίσεις και τα προσφερόμενα προγράμματα μεταδίδονταν ζωντανά με όλα τα τεχνικά προβλήματα που συνεπάγεται αυτό, δεδομένου ότι κάθε διαφήμιση ακουγόταν από τον εκφωνητή υπηρεσίας με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται η ηχητική εμφάνιση κάθε κειμένου. Έτσι σύντομα δημιουργήθηκαν τα πρώτα ανεξάρτητα στούντιο ηχογράφησης. Τα δύο πρώτα ιδρύθηκαν από τις διαφημιστικές εταιρείες ΑΔΕΛ του Χρυσόστομου Παπαδόπουλου και τη Γνώμη του Κώστα Χοχλακίδη.

Οι διαφημίσεις άρχισαν λοιπόν να μαγνητοφωνούνται και να μεταδίδονται από τους σταθμούς από τις ταινίες. Όπως είναι εύλογο, για τις μαγνητοφωνήσεις οι διαφημιστικές εταιρείες προσέφυγαν στις γνωστές και δοκιμασμένες φωνές και μια από αυτές τις φωνές, μια από τις περισσότερο επικοινωνιακές, ήταν του Τζων Βεϊνόγλου.

Η ύπαρξη των ιδιωτικών στούντιο για τις διαφημίσεις οδήγησε και στην προ-μαγνητοφώνηση προσφερόμενων προγραμμάτων που έγιναν γνωστά σαν «σαπουνόπερες» γιατί οι πρώτοι διαφημιζόμενοι σε αυτά ήσαν οι εταιρείες απορρυπαντικών. Ξανά και στη δημιουργία των προσφερόμενων ήταν απαραίτητη η συμβολή των έμπειρων ραδιοσκηνοθετών και ξανά εμφανίζεται το όνομα του Βεϊνόγλου.

Παρενθετικά θα πρέπει να υπενθυμίσω στους «τυχερούς» που δεν έζησαν εκείνη την εποχή λόγω ηλικίας ότι τότε έκαναν τα πρώτα τους βήματα, μέσω των προσφερόμενων προγραμμάτων, κυρίως του Δεύτερου Προγράμματος και μετά και του ΚΡΣΕΔ, ηθοποιοί, μουσικοί αλλά και συγγραφείς που έγιναν πασίγνωστοι μετά στη μουσική, το θέατρο και τον κινηματογράφο.

Η επόμενη αποτίμηση είναι τελείως υποκειμενική αλλά θέλω να την καταγράψω. Τρεις ήσαν οι εμβληματικές φωνές με προσωπικές εκπομπές, αλλά και γενικότερη παρουσία στη ραδιοφωνία εκείνη την ηρωική εποχή σε αλφαβητική σειρά: Τζων Βεϊνόγλου, Τόνια Καράλη και Μίμης Πλέσσας. Κάποιος αρμοδιότερος θα πρέπει κάποια στιγμή να περιγράψει την πορεία τους και να τους αποδώσει τις τιμές που δικαιούνται. Ο Μίμης Πλέσσας ξεπέρασε στην πορεία την εντυπωσιακή ραδιοφωνική παρουσία με τη σημαντικότατη συνθετική του διαδρομή την οποία συνεχίζει θαλερός ευτυχώς ως σήμερα.

Η Τόνια Καράλη κάποια στιγμή αποχώρησε από τη ραδιοφωνία και τις εκφωνήσεις και ως το τέλος λειτουργούσε κατάστημα πώλησης δίσκων. Μόνο ο Τζων Βεϊνόγλου παρέμεινε στον επικοινωνιακό χώρο ως εκφωνητής ή ραδιοσκηνοθέτης. Το μέταλλο της φωνής του, του επέτρεψε να παραμείνει περιζήτητος εκφωνητής ραδιοφωνικών αλλά και τηλεοπτικών διαφημίσεων ως τα τελευταία χρόνια της ζωής του.


Ευθικρισία
Τα χρόνια πέρασαν και πλέον στη δεκαετία του ’60 συναντήθηκα και ζωντανά με τον Βεϊνόγλου στο χώρο της διαφήμισης αρχικά και μετά ακολούθησαν και συνεργασίες μας σε άλλους τομείς για τους οποίους θα αναφερθώ λίγο πιο κάτω.

Από την αρχή της προσωπικής γνωριμίας διαπίστωσα, όπως όλοι όσοι τον γνώρισαν, ότι ο Βεϊνόγλου δεν διέθετε μόνο καλή και εύπλαστη φωνή, αλλά και ευρύτατη παιδεία η οποία όσο και αν ακούγεται περίεργο, του επέτρεπε να κάνει καλύτερη χρήση της φωνής του. Για να θυμίσω λίγο τη ρήση του Απόστολου Παύλου, επειδή είχε αγάπη και για τη δουλειά του αλλά και για τους τριγύρω του ουδέποτε περιορίστηκε στο να είναι χαλκός ηχών όπου η μετοχή παραπέμπει στα ηχεία των στούντιο εγγραφής.

Η δεκαετία του ’60 ήταν η χρυσή περίοδος της ραδιοφωνικής διαφήμισης και ο Τζων και συνέβαλε και ωφελήθηκε από αυτό. Αλλά δεν σταμάτησε εκεί. Η συνδικαλιστική του δραστηριότητα βελτίωσε τους όρους εργασίας και αμοιβής και άλλων καλών «φωνών» που όμως δεν διέθεταν την κατάλληλη διαπραγματευτική ικανότητα.

Παρενθετικά εκείνη την ίδια εποχή είχα γνωρίσει στη Νέα Υόρκη μια «φωνή» αντίστοιχη του Βεϊνόγλου και η οποία μάλιστα ανήκε σε άτομο ελληνικής καταγωγής. Λοιπόν λόγω ωριμότερης διαφημιστικής αγοράς και συνδικαλιστικής δραστηριότητας, ο ελληνοαμερικάνος από την εκφώνηση τεσσάρων μόνο λέξεων για πολυμεταδοθείσα διαφήμιση είχε αγοράσει τριώροφη μονοκατοικία στο Μανχάταν. Αλλά και στην Ελλάδα οι συνθήκες βελτιώθηκαν. Μάλιστα εδώ αξίζει να καταγραφεί ότι λόγω της ιδιαίτερα χαρακτηριστικής του φωνής ήταν ίσως ο πρώτος εκφωνητής που υπέγραφε συμβόλαια αποκλειστικής χρήσης της φωνής του για συγκεκριμένη περίοδο από κάποιους διαφημιζόμενους, ώστε οι ακροατές μόνο με τη χροιά της φωνής να θυμούνται ασυνείδητα το συγκεκριμένο διαφημιζόμενο της στιγμής.

Ο Βεϊνόγλου δεν διέθετε όμως μόνο το χάρισμα της φωνής στο χώρο της διαφήμισης. Όπως διαπίστωσα όταν συμμετείχε στην κριτική επιτροπή του Φεστιβάλ Διαφημιστικών Ταινιών που οργάνωνα τότε, διέθετε βαθιά γνώση και ευθυκρισία γενικότερα για τη διαφήμιση. Μάλιστα μου μεταφέρουν ότι σε αρκετές περιπτώσεις όταν καλείτο να εκφωνήσει κάποιο διαφημιστικό κείμενο έκανε εύστοχες παρατηρήσεις που οδηγούσαν τη διαφημιστική εταιρεία σε μικρές ή μεγάλες τροποποιήσεις των κειμένων.

Ιστορική μνήμη
Κάποια στιγμή ο Βεϊνόγλου συνταξιοδοτήθηκε από τη Ραδιοφωνία και αφιερώθηκε επαγγελματικά στην εκφώνηση διαφημίσεων και στις ραδιοσκηνοθεσίες. Παράλληλα, όμως, άρχισε να ξεδιπλώνει άλλες ικανότητες και τάσεις τις οποίες φαίνεται ότι τις είχε «καταπιέσει» τα πρώτα χρόνια.

Άρχισε να απασχολείται με ιστορικές έρευνες καθώς και με μελέτες πνευματικών αναζητήσεων. Όπως ήταν φυσικό και όπως είναι γνωστό, στα ιστορικά θέματα το κύριο ενδιαφέρον του επικεντρωνόταν στις ρίζες του στην Ιωνία και ιδιαίτερα τη Σμύρνη.

Έχω την εντύπωση ότι αποτέλεσα το κίνητρο για την πρώτη του δημοσίευση που συνδέεται με τη Σμύρνη το τέλος του 1978 στο περιοδικό Νέα Δημοσιότης που εξέδιδα τότε. Είχαμε βυθιστεί μαζί σε παλιές εφημερίδες και περιοδικά της Σμύρνης στη βιβλιοθήκη της Ένωσης Σμυρναίων. Μου υπεδείκνυε παλιές ρεκλάμες και φωτογραφίες για να τις φωτογραφίσω και εκείνος έγραψε το κείμενο το οποίο ήταν τόσο γλαφυρό όσο χαρακτηριστική ήταν η φωνή του.

Θέλω να καταγράψω ένα στοιχείο που δείχνει πόσο ο Βεϊνόγλου έχει καταγραφεί στη διάχυτη ιστορική μνήμη. Όταν ετοίμαζα το παρόν θέλησα να δω τι μπορεί να βρίσκεται στο Διαδίκτυο. Εκεί λοιπόν διαπίστωσα ότι ο Τζων «πιστώνεται» με την ιστορική εκφώνηση της τελευταίας ανακοίνωσης της Ελληνικής Ραδιοφωνίας πριν την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής στην Αθήνα, το οποίο φυσικά δεν είναι ακριβές, δεδομένου ότι ο εκφωνητής ήταν ο Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος. Αλλά όταν χρειάστηκε η αναφορά σε εμβληματική φωνή κάποιοι αμέσως θεώρησαν ότι πρόκειται για τον Τζων Βεϊνόγλου.

Οι περισσότερες από τις ερευνητικές του εργασίες ιστορικού περιεχομένου δεν δημοσιεύθηκαν ποτέ αλλά είχα παρακολουθήσει το 1982 την εκφώνηση της ομιλίας του με τίτλο «Η Ιωνία στο μεγάλο ξεσηκωμό». Η τέχνη του εκφωνητή αλλά και του έμπειρου ραδιοσκηνοθέτη σε συνδυασμό με τη στέρεα ιστορική θεμελίωση και την αγάπη για το αντικείμενο κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον της γεμάτης αίθουσας. Μάλιστα θυμάμαι ότι για να δημιουργήσει καλύτερη ατμόσφαιρα είχε φροντίσει η ομιλία του να γίνει σε ημίφως.

Μετά τους αρχικούς εκφωνητές εμφανίστηκαν πολλά ταλέντα με σωστές και εύπλαστες φωνές. Στο χώρο της διαφήμισης όμως κάθε φορά που γίνεται αναφορά σε επιτυχημένες ραδιοφωνικές, αλλά και αρκετές τηλεοπτικές διαφημίσεις, στην παράθεση των ονομάτων δεν λείπει ποτέ το όνομα του Τζων.

Τέλος και οι σημερινοί εκφωνητές θα πρέπει να «μνημονεύουν» τον Τζων Βεϊνόγλου γιατί ουσιαστικά θεμελίωσε το επάγγελμα και το θωράκισε συνδικαλιστικά.