Τώρα το πως οι λιγότερες άδειες δημιουργούν μεγαλύτερο και όχι μικρότερο ανταγωνισμό, ανήκει στα παράδοξα που θα πρέπει να ερμηνεύσουμε κάνοντας κάτι πρωτότυπο. Για να προσαρμοστούμε στη νέα πραγματικότητα θα αλλάξουμε τη διεύθυνση της καμπύλης ζητήσεως. Από την αρχή της οικονομικής ιστορίας, οι καμπύλες ζητήσεως πήγαιναν από πάνω προς τα κάτω (όσο περισσότερες άδειες, τόσο φθηνότερη η τιμή τους, τόσο περισσότεροι οι ενδιαφερόμενοι, τόσο μεγαλύτερος ο ανταγωνισμός). Τώρα μιας που έχουμε «πρώτη φορά αριστερά», θα τις αλλάξουμε. Θα πηγαίνουν από κάτω προς τα πάνω. Πρωτότυπο αν μην τι άλλο.
Όπως επίσης πρωτότυπο είναι ότι έχουμε Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο με τέσσερα μόλις μέλη από τα θεσμοθετημένα επτά, λόγω αδυναμίας πολιτικής συνεννόησης των κομμάτων, και ασκούσα χρέη Προέδρου την αντιπρόεδρο (μητέρα της Προέδρου της Βουλής) κ. Αλεξίου, χωρίς η Βουλή ή η κυβέρνηση να έχουν κάνει οποιαδήποτε προσπάθεια να βρεθεί νέος Πρόεδρος και να συμπληρωθεί η σχετική σύνθεση, πριν έρθει στη Βουλή η κρίσιμη αυτή νομοθεσία.
Σ’ όλα αυτά, ας προσθέσουμε και την καθυστέρηση -πάντα ύποπτη-, στην παρουσίαση των θέσεων της κυβέρνησης, για ένα θέμα στο οποίο θεωρητικώς ήταν απολύτως έτοιμη. Έτσι, καταλήγουμε στο γνωστό συμπέρασμα: Ο κεντρικός στόχος δεν φαίνεται να είναι η δημιουργία ενός νέου υγιούς τηλεοπτικού τοπίου, αλλά ενός νέου τηλεοπτικού τοπίου που θα είναι πιο φιλικό προς την κυβέρνηση. Οι παλαιότεροι το έκαναν αυτό δια της καθυστερήσεως της νομιμοποίησης και των (ατύπων, δεν θα τις βρείτε πουθενά γραμμένες) συμφωνιών με τους ενδιαφερομένους, με αντικείμενο διευκολύνσεις στην αδειοδοσία, φορολογία κ.λπ. από την μια πλευρά και πολιτικής στήριξης από την άλλη.
Οι σημερινοί αντί να καθυστερούν τη νομιμοποίηση, φαίνεται να σκέπτονται να χρησιμοποιήσουν τον νόμο για να διαμορφώσουν με τρόπο πολιτικά ευνοϊκό το ραδιοτηλεοπτικό σκηνικό. Κάτι που φαίνεται και από τον τρόπο χειρισμού (τόσο την καθυστέρηση ανακοίνωσης προθέσεων, που υποκρύπτει την αναζήτηση τρόπων αποκλεισμού ανεπιθύμητων, μέσω της νέας νομοθεσίας, όσο και την μη επιδίωξη θεσμικού διαλόγου), από τα όσα έχουν ως τώρα διαρρεύσει, αλλά και από το γεγονός ότι ο πολιτικά υπεύθυνος υπουργός είναι απολύτως ταυτισμένος με τον πρωθυπουργό. Τα μέσα διαφέρουν, ο σκοπός φαίνεται να παραμένει ο ίδιος.
Υπάρχουν βέβαια και πτυχές των προθέσεων που έχουν δημοσιοποιηθεί (π.χ. ειδικά θεματικά κανάλια με λιγότερο αυστηρές προϋποθέσεις, που θα επιτρέψουν την είσοδο επιχειρήσεων μικρότερης ισχύος), οι οποίες είναι σίγουρα θετικές. Συνεπώς θα πρέπει να αναμένουμε την επίσημη εκδήλωση των κυβερνητικών θέσεων πριν καταλήξουμε σε τελικά συμπεράσματα.