Οι αδικαιολόγητες -χωρίς την παραμικρή διαφοροποίηση των δεδομένων- αλλαγές θέσεων και απόψεων, οι συνεχείς αθετήσεις υποσχέσεων, ακόμη και οι ύβρεις και οι συκοφαντίες αποτελούν πάγια πρακτική του πολιτικού λόγου. Κι είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας, που έχει οδηγήσει σε μηδενικά επίπεδα την αξιοπιστία των πολιτικών. Το θλιβερό αυτό φαινόμενο γνωρίζει τη μεγαλύτερη και οξύτερη έξαρσή του τα τελευταία τρία χρόνια κι ακόμη περισσότερο στην παρούσα προεκλογική περίοδο, με τις φρικαλέες ανακολουθίες, την υποκριτική και διαλυτική δήθεν πάταξη των σκανδάλων, τις ασύστατες υποσχέσεις, τον λαϊκισμό, την αποσιώπηση της αλήθειας, τη συνειδητή παραπλάνηση του λαού!

Το 1992 δημοσίευσα στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» ένα σχέδιο Δεοντολογικού Κώδικα Πολιτικής Επικοινωνίας. Αντίδραση καμία! Τύπωσα 600 ανάτυπα και τα έστειλα σε όλους τους πολιτικούς και σε δημοσιογράφους. Έλαβα δέκα μόλις συγχαρητήρια μηνύματα, ανάμεσα στα οποία κι ένα από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή. Οργάνωσα τηλεοπτική συζήτηση με τους βουλευτές Σωτήρη Παπαπολίτη (Ν.Δ.) και Χρήστο Ροκόφυλλο (ΠΑΣΟΚ), οι οποίοι υποσχέθηκαν ότι θα έθεταν από κοινού το θέμα στη Βουλή. Δεν το έπραξαν.

Εισηγήθηκα τότε στο Δ.Σ. της Ένωσης Διαφημιστικών Εταιριών Ελλάδας (ΕΔΕΕ) την ενσωμάτωση του ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε. στον Κώδικα της ΕΔΕΕ, που υπερψηφίσθηκε στη Γενική Συνέλευσή της το 1994 και αποτελεί από τότε τμήμα του δικού της Δεοντολογικού Κώδικα. Η ΕΔΕΕ έστειλε τρεις φορές επισήμως τον Κώδικα στους Αρχηγούς των Κομμάτων για την υιοθέτηση και προσυπογραφή του. Δεν έλαβε ποτέ καμία απάντηση από κανένα. Μοναδική φωτεινή εξαίρεση, ο Στέφανος Μάνος, ο οποίος στις εκλογές του 1996 δήλωσε δημόσια ότι το κόμμα του «Φιλελεύθεροι» θα τηρούσε τον Κώδικα μονομερώς. Έτσι, ο Δεοντολογικός Κώδικας Πολιτικής Επικοινωνίας έμεινε κυριολεκτικά γράμμα νεκρό!

Πέρασαν 22 χρόνια από τότε! Κι αναρωτιέμαι, μήπως τώρα, ένα βήμα πριν από τον οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό γκρεμό και μέσα στο πλαίσιο της γενικής –έξωθεν έστω επιβεβλημένης- προσπάθειας που γίνεται για τη θεραπεία των παθογενειών του πολιτικού συστήματος, ήρθε η ώρα, να αυτοδεσμευθούν και να αυτοελεγχθούν οι πολιτικοί μας, ότι δεν θα λένε πλέον ψέματα στον λαό, δεν θα τάζουν λαγούς με πετραχήλια και δεν θα τον παραπλανούν!

Δεν θα τολμούσα να υποστηρίξω ότι το σχέδιο που συνέταξα είναι άριστο. Σίγουρα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσής του, με αλλαγές διατυπώσεων και προσθαφαιρέσεις. Έχει όμως ένα μεγάλο πλεονέκτημα: προβλέπει και τον μηχανισμό εφαρμογής του και τις σχετικές κυρώσεις. Αλλά για να εφαρμοσθεί, χρειάζεται την αυτοδέσμευση των πολιτικών και των Μέσων Ενημέρωσης. Η διαφήμιση, που συχνά κατηγορείται ως παραπλανητική και αθέμιτη, εφαρμόζει ένα αυστηρό δεοντολογικό κώδικα από το 1981 και έχει εγκρίνει τον ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε. από το 1994! Οι πολιτικοί θα τολμήσουν άραγε να δεχθούν να σταματήσουν να κοροϊδεύουν τον ελληνικό λαό;

ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
1. Ο παρών Δεοντολογικός Κώδικας Πολιτικής Επικοινωνίας (ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε.) αφορά σε όλα τα κόμματα, τα πολιτικά σχήματα και τα νομικά και φυσικά πρόσωπα, που µε οποιονδήποτε τρόπο αναμιγνύονται ενεργά, µε οποιαδήποτε ιδιότητα, στην πολιτική ζωή του τόπου.
2. Στον ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε. ορίζονται δεοντολογικοί και ηθικοί κανόνες, που πρέπει να διέπουν την επικοινωνία των πολιτικών προσώπων έργω και λόγω, τόσο απέναντι στους συναδέλφους τους πολιτικούς όσο και κυρίως στο εκλογικό σώμα και γενικότερα απέναντι στο σύνολο του ελληνικού λαού, μέσα στο γενικό πλαίσιο της πολιτικής δράσης τους.
3. Ο ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε. εφαρμόζεται, τόσο ως προς το γράμμα του όσο και ως προς το πνεύμα του. Το τελικό κριτήριο για τον χαρακτηρισμό πολιτικής επικοινωνίας ως αντιδεοντολογικής, πρέπει να αποτελεί ο πιθανός κίνδυνος παραπλάνησης ή σύγχυσης του αποδέκτη της, έστω και ως αποτέλεσμα φευγαλέας και αβασάνιστης εντύπωσής του.
4. Η εφαρμογή και τήρηση αυτού του ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε. στηρίζεται αποκλειστικά στην ελεύθερη βούληση των πολιτικών, των τεχνικών επικοινωνίας και των Έντυπων και Ηλεκτρονικών Μέσων Ενημέρωσης, να αυτοδεσμευθούν στις αρχές του, µε βάση το σύστημα αυτοελέγχου και αυτοπεριορισμού.
5. Κατά την έννοια του ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε.:  
α) Η λέξη “πολιτικός” καλύπτει τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα, κόμματα ή  άλλα πολιτικά σχήματα.
β) Οι λέξεις “πολιτική επικοινωνία” σημαίνουν οποιοδήποτε μήνυμα απευθύνεται, µε οποιοδήποτε τρόπο και µέσο, προς ένα ή περισσότερα πρόσωπα, τόσο στο σύνολο του όσο και σε όλα τα επί μέρους στοιχεία του κάθε μηνύματος (λεκτικά, οπτικά, ηχητικά).
γ) “Παραπλανητική” είναι η πολιτική επικοινωνία, όταν το περιεχόμενο ή/και η μορφή της παραπλανά ή ενδέχεται να παραπλανήσει µε οποιονδήποτε τρόπο τα πρόσωπα στα οποία απευθύνεται, µε αποτέλεσμα να επηρεάσει την πολιτική ή κοινωνική συμπεριφορά και στάση τους ή να βλάψει άλλους πολιτικούς.
δ) «Αθέμιτη» είναι η πολιτική επικοινωνία, όταν αντιβαίνει στα ήθη και πλήττει την τιμή, την αξιοπρέπεια και την προσωπικότητα οποιουδήποτε.


ΙΙ.-  ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Ο πολιτικός ή/και ο εντολοδόχος δημιουργός της πολιτικής επικοινωνίας σε οποιαδήποτε μορφή της πρέπει:
1. Να επιδιώκουν να πείσουν τον πολίτη, απευθυνόμενοι στη λογική κρίση του, µε επιχειρήματα, στοιχεία και απόψεις.
2. Να μην υποτάσσουν την αλήθεια σε οποιαδήποτε άλλη επιταγή.
3. Να σέβονται και να προασπίζονται την ανθρώπινη προσωπικότητα και το δικαίωμα κάθε πολίτη να σχηματίζει ελεύθερα τη γνώμη του.
4. Να συμβάλλουν στη δημιουργία των απαραίτητων πρακτικών, πνευματικών, ηθικών και ψυχολογικών συνθηκών, για τη διεξαγωγή αληθινού διαλόγου.
5. Να αναγνωρίζουν και να προστατεύουν το απόλυτο δικαίωμα του κάθε πολίτη να διατυπώνει ελεύθερα τη γνώμη του.
6. Να μην εφαρμόζουν ή ενθαρρύνουν επικοινωνιακές ή άλλες µμεθόδους, που θα µμπορούσαν να εκληφθούν ως προσπάθεια διαφθοράς της ακεραιότητας και ανεξαρτησίας των Έντυπων και Ηλεκτρονικών Μέσων Ενημέρωσης, των επιχειρηματιών και των πολιτών.
7. Να μη χρησιμοποιούν μεθόδους, μέσα και τεχνικές, με τις οποίες η πολιτική επικοινωνία απευθύνεται στο ένστικτο και το υποσυνείδητο των αποδεκτών τους, στερώντας τους από την ελεύθερη κρίση τους και, επομένως, από την υπευθυνότητα των πράξεων και των επιλογών τους.
8. Να διαφυλάσσουν και να προστατεύουν τα μυστικά που τους έχουν εμπιστευθεί ή που πληροφορήθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. 
 
ΙΙΙ.-  ΚΑΝΟΝΕΣ
Α. Η πολιτική επικοινωνία δεν πρέπει να είναι παραπλανητική ή/και αθέμιτη.
Β. Η πολιτική επικοινωνία πρέπει να είναι ηθική, εθνική, σύννομη, έντιμη, ειλικρινής και ευπρεπής και να στοιχειοθετείται µε πνεύμα κοινωνικής ευθύνης και µε τρόπο, που να µην κλονίζει την εμπιστοσύνη του λαού, στο λειτούργημα των πολιτικών και να µην υπομονεύει την αξιοπιστία τους.

Με βάση αυτές τις γενικές αρχές, η πολιτική επικοινωνία δεν πρέπει:
1. Να περιέχει ψευδή ή ανεξακρίβωτα στοιχεία, αριθμούς, γεγονότα, δηλώσεις,
πληροφορίες.
2. Να εκμεταλλεύεται την άγνοια, απειρία ή ευπιστία των αποδεκτών της.
3. Να εκμεταλλεύεται τους φόβους, τις ελπίδες και γενικά τα ένστικτα και τα
συναισθήματα, τις προλήψεις και δεισιδαιμονίες των αποδεκτών της.
4. Να υπόσχεται γενικά και αόριστα τη λύση οποιουδήποτε προσωπικού, ομαδικού ή εθνικού προβλήματος, χωρίς την ταυτόχρονη και τεκμηριωμένη αναφορά των λόγων που την υπαγόρευσαν, του συνολικού κόστους, της συγκεκριμένης πηγής χρηματοδότησής του, του πρακτικού ή/και μετρήσιμου οικονομικού κοινωνικού οφέλους, της μεθόδευσης και των πρακτικών τρόπων επίλυσής του.
5. Να επικαλείται στοιχεία ερευνών κοινής γνώμης (δημοσκοπήσεων), κατά τρόπο αόριστο ή/και αποσπασματικό, µε αποτέλεσμα την αλλοίωση ή/και στρέβλωση των πραγματικών, ουσιαστικών συμπερασμάτων της έρευνας.
6. Να περιέχει στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν, άμεσα η έμμεσα, σε επικίνδυνη κοινωνικά συμπεριφορά ή/και σε πράξεις βίας ή και έκνομες.
7. Να καπηλεύεται θέματα εθνικά, ιερά κείμενα, την ελληνική πολιτισμική κληρονομιά, εθνικά µμειονεκτήματα, θρησκευτικές δοξασίες, σύμβολα εθνικά, θρησκευτικά ή διεθνών οργανισμών.
8. Να προσβάλλει την αξιοπρέπεια και την ανθρώπινη προσωπικότητα ατόμων ή/και κοινωνικών ομάδων, κάνοντας διακρίσεις µε βάση την ηλικία, τη φυλή, το θρήσκευμα, την εθνικότητα, τις πολιτικές ή ιδεολογικές πεποιθήσεις και τις φυσικές ή/και διανοητικές ιδιαιτερότητες.
9. Να περιέχει στοιχεία, τα οποία άμεσα ή έμμεσα, µε υπονοούμενα, παραλείψεις, υπερβολές ή και διφορούμενες έννοιες, μπορούν να παραπλανήσουν τον αποδέκτη της.
10.Να περιέχει στοιχεία, επιλεγμένα µε τέτοιο τρόπο, ώστε να µην είναι συγκρίσιμα και να προκαλούν αμφιβολία, σύγχυση ή/και παραπλάνηση.
11.Να κάνει κακή χρήση επιστημονικών όρων, ιδιωματισμών και στοιχείων άσχετων µε το θέμα, µε στόχο τη στήριξη θέσεων πάνω σε επιστημονική βάση, χωρίς αυτό να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
12. Να ανασκευάζει -χωρίς να έχουν αλλάξει τα πραγματικά δεδομένα- πολιτικές πρακτικές, υποσχέσεις, θέσεις, απόψεις και δηλώσεις.
13. Η πολιτική επικοινωνία, όταν αναφέρεται σε άλλους πολιτικούς δεν πρέπει:
1. Να περιέχει υβριστικές ή μειωτικές εκφράσεις ή και υπονοούμενα.  
2. Να αναφέρεται μειωτικά, µε οποιονδήποτε τρόπο, σε στοιχεία της προσωπικής και οικογενειακής ζωής πολιτικών προσώπων, εφ’ όσον τα στοιχεία αυτά δεν επηρεάζουν την πολιτική πρακτική και συμπεριφορά τους και δεν βλάπτουν την πολιτική και κοινωνική ζωή.
3. Να κατηγορεί πρόσωπα, κόμματα, κυβερνήσεις, ατεκμηρίωτα και αναπόδεικτα για οποιαδήποτε πολιτική ή άλλη πράξη ή παράλειψη.
4. Να μιμείται την πολιτική επικοινωνία άλλων πολιτικών, µε τρόπο που να μπορεί να δημιουργήσει σύγχυση ή και να παραπλανήσει τον αποδέκτη του.

IV.-  ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε.
1. Η ευθύνη για την τήρηση του ΔΕ.ΚΩ.ΠΕ. ανήκει τόσο στην πηγή της πολιτικής επικοινωνίας όσο και στο επικοινωνιακό όχημα. Συγκεκριμένα, υπεύθυνοι για την τήρησή του είναι:

α) Τα κόμματα και όλοι οι συγκροτημένοι πολιτικοί σχηματισμοί.
β) Όλα τα φυσικά πρόσωπα, που αναμιγνύονται ενεργά στην πολιτική ζωή του τόπου, με οποιονδήποτε τρόπο.
γ) Τα Έντυπα και Ηλεκτρονικά Μέσα Ενημέρωσης, του διαδικτύου  συμπεριλαμβανόμενου.
δ) Οι εταιρίες επικοινωνίας, διαφήμισης, δημοσίων σχέσεων, οι σύμβουλοι και τεχνικοί επικοινωνίας.

2. Η ευθύνη της τήρησης του ΔΕ.ΚΩ.ΠΕ. θεμελιώνεται µε την
προσυπογραφή του από τους αναφερόμενους στην προηγούμενη παράγραφο, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται µε τις αποφάσεις της Ελεγκτικής Επιτροπής.
3. Οι περιπτώσεις που παραβιάζεται ο ΔΕ.ΚΩ.Π.Ε. εισάγονται στην Ελεγκτική Επιτροπή είτε αυτεπάγγελτα είτε μετά από έγγραφη έγκληση οποιουδήποτε Έλληνα ενήλικου πολίτη, φυσικού ή νομικού προσώπου, που έχει έννομο συμφέρον. Η καταγγελία πρέπει να υποβάλλεται έγγραφη και αιτιολογημένη


V.- ΕΛΕΓΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
1. Η Ελεγκτική Επιτροπή είναι 15µελής και αποτελείται από τα εξής μέλη:
α) Πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου της Βουλής, ο οποίος προεδρεύει της Επιτροπής
β) Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, ο οποίος συντάσσει και το κατηγορητήριο. 
γ) Ένας Πρύτανης ΑΕΙ
δ) Ένας αριστούχος πτυχιούχος της τελευταίας ακαδημαϊκής περιόδου
ε) Πρόεδρος Ε.Σ.Η.Ε.Α.
στ) Πρόεδρος Ε.Ι.Η.Ε.Α.
ζ) Πρόεδρος ΕΔΕΕ
η) Συνήγορος του Πολίτη
θ) Επτά βουλευτές, από τα τρία πρώτα σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματα, κατά αναλογία.

2. Τα µέλη της Ελεγκτικής Επιτροπής υπό τα στοιχεία «γ», «δ» και «θ» ορίζονται µε κλήρωση, μαζί µε ισάριθμα αναπληρωματικά.
3.  Η Επιτροπή Συνεδριάζει όποτε υπάρχει έγκληση και βρίσκεται σε απαρτία, εφ’ όσον παρίστανται τουλάχιστον οκτώ (8) μέλη της, στα οποία περιλαμβάνονται απαραίτητα τα «α», «β» και «η».
4. Μέλη της Επιτροπής. τα οποία συνδέονται συγγενικά, επαγγελματικά ή φιλικά, άμεσα ή έμμεσα µε τους διαδίκους εξαιρούνται.
4. Αποκλείεται η συμμετοχή περισσοτέρων από τέσσερις βουλευτές του κόμματος, στο οποίο ανήκει ο πολιτικός ή το στέλεχος, εναντίον του οποίου στρέφεται η προσφυγή. Σ’ αυτή την περίπτωση, τα υπολειπόμενα µέλη ορίζονται αναλογικά από τα άλλα δύο κόμματα,  πάντα με κλήρωση.
5. Η θητεία της Ελεγκτικής Επιτροπής είναι τριετής.
6. Οι αποφάσεις της Ελεγκτικής Επιτροπής πρέπει να είναι αιτιολογημένες και να βασίζονται στο ισχύον γραπτό και εθιμικό δίκαιο.
7. Ειδικός Κανονισμός Λειτουργίας της Ελεγκτικής Επιτροπής θα καθορίσει τις λεπτομέρειες της διαδικασίας και θα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του
ΔΕ.ΚΩ.ΠΕ..

VI.- ΚΥΡΩΣΕΙΣ
1. Ο πολιτικός, του οποίου η πολιτική επικοινωνία θα κριθεί από την Ελεγκτική Επιτροπή αντιδεοντολογική, παραπλανητική ή και αθέμιτη, υποχρεώνεται να την αποσύρει αμέσως στο σύνολό της ή στο τμήμα εκείνο, που κρίθηκε αντιδεοντολογικό και δέχεται επίπληξη από τον Πρόεδρο της Βουλής.
2. Σε περίπτωση, που ο πολιτικός αρνείται να εφαρμόσει την απόφαση της Ελεγκτικής Επιτροπής, δίνεται εντολή στα Έντυπα και Ηλεκτρονικά Μέσα Ενημέρωσης να παύσουν αμέσως τη δημοσίευση του αντιδεοντολογικού μηνύματος, ενώ ο ένοχος παραβίασης του ΔΕ.ΚΩ.ΠΕ. υποχρεούται σε άμεση καταβολή προστίμου, ισόποσου με ένα μηνιαίο μισθό του.
3. Το ίδιο  ισχύει και σε περίπτωση που ο πολιτικός ακολουθεί παρελκυστική πολιτική, ως προς τις διαδικασίες, τον χρόνο και τον τρόπο εφαρμογής των αποφάσεων της Επιτροπής.
4. Σε περίπτωση διπλής υποτροπής, υποχρεούται σε πρόστιμο, ισόποσο με δύο μηνιαίους μισθούς του.
5. Σε περίπτωση τριπλής υποτροπής, υποχρεούται σε πρόστιμο ισόποσο με τρεις μισθούς του και η γνωμάτευση της Επιτροπής Κρίσης δίνεται στη δημοσιότητα και αναρτάται στον διαδικτυακό τόπο της Βουλή.
6.  Σε περίπτωση καταδίκης κόμματος, μειώνεται η Κρατική Χρηματοδότησή του κατά 5% την πρώτη φορά, 10% τη δεύτερη και 20% την τρίτη. Εάν το κόμμα δεν απολαμβάνει Κρατικής Χρηματοδότησης, υποχρεούται στην καταβολή προστίμου, ίσου με 5%, 10% και 20% αντίστοιχα, επί του ποσού Χρηματοδότησης του μικρότερου κόμματος.
7.  Οι αποφάσεις της Επιτροπής, εκτός της ως άνω 5ης παραγράφου, είναι απόρρητες. Τυχόν διαρροή επισύρει κυρώσεις για τον υπεύθυνο.
8. Τα έσοδα από τα πρόστιμα κατατίθενται σε ειδικό λογαριασμό, για την ενίσχυση πολυτέκνων οικογενειών ή/και υποτροφιών αριστούχων φοιτητών.