Προφανώς το ποσοστό αυτό είναι πολύ μικρό για να καλύψει τις τεράστιες απώλειες διαφημιστικών κονδυλίων, ωστόσο έδινε ένα θετικό momentum και δημιουργούσε προσδοκίες. Ας μην ξεχνάμε ότι ήδη, από τις αρχές της κρίσης, το 2008 μέχρι και το 2015, η διαφημιστική δαπάνη έχει μειωθεί κατά 65%, ποσοστό εξαιρετικά μεγάλο και σίγουρα δύσκολα διαχειρίσιμο. Ωστόσο, ο διαφημιστικός κλάδος, παρά τις απώλειες, έδειξε ότι είχε την ωριμότητα να τις διαχειριστεί, έχοντας ως πολύτιμο σύμμαχο την μεγάλη του ικανότητα να αντιλαμβάνεται τα μηνύματα των καιρών και τις τάσεις της εποχής, επενδύοντας σε αυτές, όπως π.χ. στην digital επικοινωνία.
Ωστόσο, σήμερα βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπος με νέες προκλήσεις, οι οποίες προκύπτουν από τα νέα υφεσιακά μέτρα που ψήφισε πρόσφατα η Βουλή, ως προαπαιτούμενα για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας. Τα μέτρα αυτά είναι ξεκάθαρα υφεσιακά και αναμένεται να μειώσουν την καταναλωτική δαπάνη του Έλληνα, το διαθέσιμο εισόδημα του οποίου σε σχέση με το συνολικό ΑΕΠ είναι ετησίως 100 δισ. ευρώ. Οι εκτιμήσεις της αγοράς αναφέρουν ότι τα μέτρα αυτά θα αφαιρέσουν περίπου το 3-4% της δαπάνης αυτής, η οποία θα πάει ως φόρος στο κράτος.
Όπως είναι αναμενόμενο, οι εξελίξεις αυτές έχουν κινητοποιήσει για άλλη μια φορά την ευρύτερη αγορά της Επικοινωνίας, κάτι που αποτυπώνεται ξεκάθαρα στη συνέντευξη που παρέθεσε στο Marketing Week ο Πρόεδρος του ΣΔΕ, Γρηγόρης Αντωνιάδης, την οποία μπορείτε να διαβάσετε στο παρόν τεύχος. Μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος του ΣΔΕ αναφέρει ότι με βάση εμπειρικά εργαλεία, έχει υπολογιστεί ότι η μείωση κατά 1% του τζίρου των εταιρειών οδηγεί στη μείωση κατά 5% της διαφημιστικής τους δαπάνης. «Νέο ξεκίνημα, νέοι αγώνες» λοιπόν…