«- Έχω μια κολοκυθιά που κάνει τέσσερα κολοκύθια. - Και γιατί να έχει τέσσερα; - Και πόσα θες να έχει; - Θέλω να έχει επτά κολοκύθια. - Και γιατί να έχει επτά;» Αν η κολοκυθιά, το παιχνίδι των παιδικών χρόνων των μεγαλύτερων, που πρόλαβαν τις εποχές που δεν υπήρχε τηλεόραση, σας θυμίζει κάτι σχετικό με το saga των τηλεοπτικών αδειών, αυτό δεν είναι τυχαίο.
Η αιτιολογία με την οποία το Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, ο κ. Παππάς και τώρα το ΕΣΡ γνωμοδοτούν κι αποφασίζουν τις τηλεοπτικές άδειες έχει την ίδια ακριβώς λογική με αυτή της κολοκυθιάς. Δηλαδή καμία απολύτως. Η μόνη διαφορά είναι ότι το πρώτο παιχνίδι το έπαιζαν τα παιδιά για να περνάνε την ώρα τους όταν σουρούπωνε και δεν μπορούσαν να τρέξουν, ενώ την κολοκυθιά των τηλεοπτικών αδειών την παίζουν μεγάλα παιδιά με αντικείμενο δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, τις δουλειές χιλιάδων ανθρώπων και έπαθλο το «ιερό δισκοπότηρο» του πολιτικού ελέγχου της κοινής γνώμης.
Οι επτά άδειες που ψήφισε το ΕΣΡ είναι απλώς ένας συμβιβασμός των διαφόρων συμφερόντων που εκπροσωπούνται μέσα σε αυτό. Πολιτικών και οικονομικών. Μια προσπάθεια ούτε η κυβέρνηση να ταπεινωθεί υπερμέτρως, ούτε οι υφιστάμενοι κάτοχοι τηλεοπτικών αδειών να βρεθούν εκτός νυμφώνος. Επί της ουσίας όμως όλη η υπόθεση, με βάση τους χρόνους που θα χρειαστεί ο σχετικός διαγωνισμός, πηγαίνει πολύ κοντά στο τέλος της τετραετίας και φεύγει συνεπώς από το πεδίο ενδιαφέροντος της παρούσας κυβέρνησης, καθώς με επτά άδειες και ελάχιστο πολιτικό χρόνο δεν θα έχει πλέον τίποτε να διαπραγματευτεί.
Τι θα συμβεί τελικά; Το πιθανότερο είναι ότι η κατάσταση της προσωρινής αδειοδότησης των σταθμών θα διαρκέσει για πολλά ακόμα χρόνια, αφού όλα όσα περιγράφουμε αφορούν στην κανονική εξέλιξη των πραγμάτων. Αν υπάρξουν προσφυγές, διαμάχες εντός ΕΣΡ κ.λπ., τότε τα χρονοδιαγράμματα θα απλώσουν ακόμα περισσότερο. Τόσο ώστε τελικά οι τηλεοπτικές άδειες οι ίδιες να πάψουν να έχουν αξία και σημασία.
Ο λόγος είναι απλός. Το διαδίκτυο -ως τρόπος μεταφοράς της τηλεοπτικής εικόνας χωρίς την χρήση δημόσιων συχνοτήτων και με δυνατότητα άπειρων καναλιών- γίνεται κάθε χρόνο που περνά όλο και πιο «ανταγωνιστικό». Τόσο σε ό,τι αφορά το χρόνο που διαθέτουν οι πολίτες για αυτό – ο οποίος ήδη ξεπερνά το χρόνο που περνούν απέναντι στην τηλεόραση -, όσο και ως πλατφόρμα μετάδοσης τηλεοπτικής εικόνας, που δεν έχει τα υπέρμετρα κόστη και υποχρεώσεις που συνεπάγεται η δημιουργία των κλασικών τηλεοπτικών καναλιών.
Αν λοιπόν σε πέντε π.χ. χρόνια από σήμερα δεν θα έχει κανένα νόημα να φτιάξει κανείς ένα νέο τηλεοπτικό κανάλι, που να χρησιμοποιεί ως βασικό μέσο τις δημόσιες συχνότητες, τότε τι μέλλον θα έχει το ίδιο επιχειρηματικό σχέδιο αν ξεκινήσει τη δραστηριότητά του σε δύο χρόνια από σήμερα; Συμπέρασμα. Μαζί με την κολοκυθιά ας θυμηθούμε και την σοφή ελληνικότατη ρήση: Ουδέν μονιμότερο του προσωρινού…