Κυβερνήσεις, Επιχειρήσεις, Μέσα Ενημέρωσης και Μη Κυβερνητικοί Οργανισμοί, είναι οι τέσσερις βασικοί θεσμοί που εξετάζονται ως προς το βαθμό εμπιστοσύνης των πολιτών προς αυτούς, στο 16ο Βαρόμετρο Εμπιστοσύνης της Edelman. Η μελέτη αποτυπώνει τις απόψεις 33.000 ερωτώμενων από όλο τον κόσμο και σύμφωνα με τα ευρήματα, το χάσμα εμπιστοσύνης είναι το μεγαλύτερο που έχει καταγραφεί ποτέ. Ενώ ο βαθμός εμπιστοσύνης των ενημερωμένων ομάδων κοινού (ελίτ) βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί ποτέ, είναι κάτω από 50% για τον γενικό πληθυσμό. Οι εισοδηματικές ανισότητες και οι αποκλίνουσες προσδοκίες για το μέλλον αποτελούν τη βάση διεύρυνσης του χάσματος, με ενδεχόμενες συνέπειες την άνοδο του λαϊκισμού στην πολιτική, την παρεμπόδιση της καινοτομίας και την ενίσχυση του προστατευτισμού και «εθνικισμού» στο εμπόριο, επισημαίνει ο CEO της Edelman, Richard Edelman.

Απογοήτευση και ανισότητα
Το χάσμα εμπιστοσύνης φαίνεται να συνδέεται άμεσα με τις εισοδηματικές ανισότητες. Σχεδόν στα 2/3 των χωρών που ερευνήθηκαν, οι μονάδες απόστασης εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς μεταξύ ερωτώμενων με υψηλά και χαμηλά εισοδήματα, είναι νούμερο διψήφιο. Παράλληλα, καταγράφεται έντονη απογοήτευση και χαμηλές προσδοκίες για το μέλλον στον γενικό πληθυσμό. Σε πάνω από τα 2/3 των χωρών της μελέτης, το ποσοστό των ερωτώμενων που πιστεύουν ότι η κατάστασή τους θα βελτιωθεί τα επόμενα 5 χρόνια είναι κάτω από 50%.

Φίλοι και… CEOs
Το Βαρόμετρο αποκαλύπτει ότι οι ερωτώμενοι βασίζονται όλο και περισσότερο σε «ένα άτομο σαν και μένα», που μαζί με τον μέσο υπάλληλο, χαίρουν σαφώς μεγαλύτερης εμπιστοσύνης από έναν Διευθύνοντα Σύμβουλο ή ένα κυβερνητικό στέλεχος. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οι ερωτώμενοι φαίνεται να εμπιστεύονται πολύ περισσότερο την οικογένεια και τους φίλους (78%), απ’ ότι έναν CEO (49%). «Πρέπει να ξεπεράσουμε τη “μεγάλη ψευδαίσθηση”, που λέει ότι οι μάζες θα συνεχίσουν να ακολουθούν τις ελίτ», επισημαίνει ο Richard Edelman. «Η ψευδαίσθηση αυτή στηρίχθηκε στην πεποίθηση ότι τα ενημερωμένα κοινά έχουν πρόσβαση σε καλύτερες πληροφορίες, τα ενδιαφέροντά τους είναι διασυνδεδεμένα και η συμμετοχή σε μία ελίτ είναι ανοιχτή σε οποιονδήποτε δουλέψει σκληρά. Όμως, μια σειρά παραγόντων έχουν συνθλίψει αυτή την πεποίθηση. Η εμπιστοσύνη του μαζικού πληθυσμού δεν μπορεί πλέον να θεωρείται δεδομένη».

Ο ρόλος των επιχειρήσεων
Η έρευνα αναδεικνύει τον ρόλο γεφύρωσης αυτού του χάσματος που μπορούν να παίξουν οι επιχειρήσεις, καθώς, ενώ ο γενικός πληθυσμός εξακολουθεί να βλέπει με σκεπτικισμό την επιχειρηματικότητα, ωστόσο για το 61% των ερωτηθέντων αποτελεί τον πιο ικανό θεσμό για να ανταποκριθεί στις ραγδαίες αλλαγές, σε αντίθεση με 41% για τις κυβερνήσεις και 55% για τους ΜΚΟ.

Αναλυτικότερα, στις 21 από τις 28 χώρες της μελέτης, οι ερωτώμενοι φαίνεται να εμπιστεύονται σημαντικά περισσότερο τις επιχειρήσεις από τις κυβερνήσεις. Παράλληλα, ένα εντυπωσιακό ποσοστό 80%, πιστεύει ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να βελτιώσουν τα κέρδη τους, βελτιώνοντας παράλληλα τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες των κοινοτήτων στις οποίες λειτουργούν. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η επιχειρηματικότητα σημείωσε τη μεγαλύτερη βελτίωση μεταξύ των 4 θεσμών ως προς το βαθμό εμπιστοσύνης του κοινού (53%, +5 μονάδες), συνεχίζοντας να μικραίνει την απόσταση που τη χωρίζει από τους ΜΚΟ (55%). Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται μεταξύ άλλων στη συνεχιζόμενη ανάκαμψη του τομέα χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (51%), που σημειώνει τη μεγαλύτερη αύξηση (8 μονάδες) εμπιστοσύνης σε σχέση με τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας. Επίσης, για 16η χρονιά στη σειρά, ο τομέας της τεχνολογίας παραμένει στην κορυφή της εμπιστοσύνης με ποσοστό 74%.

Το κοινό φαίνεται επίσης να βλέπει θετικά την προσπάθεια των CEOs να ανταποκριθούν στη διπλή επιταγή για κέρδη και κοινωνικά οφέλη, καθώς η εμπιστοσύνη προς τους CEOs έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία 5 χρόνια, στο 48%. Σίγουρα όμως θα χρειαστούν τη βοήθεια των υπαλλήλων τους, προς τους οποίους τα επίπεδα εμπιστοσύνης (52%), κινούνται ανοδικά. Οι ερωτώμενοι είναι πιθανότερο να εμπιστευθούν έναν υπάλληλο σε σύγκριση με έναν CEO όσον αφορά σε πληροφόρηση για επιχειρηματικές πρακτικές και κρίσεις (30% vs 27%), ή συμπεριφορά προς το ανθρώπινο δυναμικό (48% vs 19%). «Οι επιχειρήσεις μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό μέρος της λύσης, καθώς δεν συνδέονται με την πολιτική, λειτουργούν γρήγορα και καταγράφουν την πρόοδό τους. Το νέο μοντέλο απαιτεί από τους CEOs να δρουν ανταποκρινόμενοι στα ζητήματα της εποχής και να δείχνουν προσωπικό ενδιαφέρον για την ευημερία της κοινωνίας», επισημαίνει η Kathryn Beiser, Global Practice Chair του Corporate Practice της Edelman.

Τάσος Παγκάκης: «Η εμπιστοσύνη είναι αμφίδρομη σχέση διαρκούς βελτίωσης»
Τι μπορεί να σημαίνει πρακτικά για τις επιχειρήσεις η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς αυτές σε σχέση με άλλους θεσμούς και πώς βλέπουν τη θέση τους ως «γέφυρας» του χάσματος στο βαθμό εμπιστοσύνης μεταξύ πληροφορημένων πολιτών και γενικού κοινού προς τους θεσμούς; Την άποψη από πλευράς διαφημιζόμενου, αποτυπώνει ο Τάσος  Παγκάκης, Ericsson Region Mediterranean.  «Από το 1990 παρατηρούμε το Χάσμα Εμπιστοσύνης σε θεσμικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς φορείς. Τα πρώτα σημάδια ενός μη-βιώσιμου συστήματος, που σαν ρουτίνα επαναλαμβανόταν, ήρθαν το 2000 και στη συνέχεια πιο δυνατά με το μπουμ των αγορών, την έκρηξη χρέους σε 48 χώρες, και τον απρόσμενο ψηφιακό μετασχηματισμό όλων των industries. Διαλύθηκαν πολλές ψευδαισθήσεις, κατακρημνίσθηκαν υποσχέσεις, εμφανής η οικονομική ανισότητα, έλλειψη τήρησης κανόνων, απουσία θεσμών διοίκησης και ισότητας.

Η έρευνα της Edelman δείχνει ότι σε αυτή τη συνεχή αλλαγή, η επιχείρηση είναι συγκριτικά ο πιο αξιόπιστος εταίρος των κοινωνιών, πιο πολύ από ό,τι οι ΜΚΟ, κυβερνήσεις, ή τα Μέσα Ενημέρωσης. Από το 1997 οι επιχειρήσεις πέρασαν μεγάλα στάδια αλλαγών. Το πρώτο στάδιο: Νόμος Σαρμπάνις-Όξλευ, διεθνή λογιστικά πρότυπα, εναρμονισμός με διεθνείς κανόνες και αποστρατεία των “baby boomers”. Το δεύτερο στάδιο: Κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης, διαφάνεια, πιστοποίηση ποιότητας και ασφάλειας-υγιεινής στη γραμμή παραγωγής και στον εργασιακό χώρο. Η κριτική των πολιτών, τα κινήματα κατά των brands, οι επιτροπές ανταγωνισμού, οι αρχές προστασίας έκαναν τελικά καλό στις επιχειρήσεις, ώστε να βελτιώνονται διαρκώς. Το τρίτο στάδιο ήρθε το 2008, όπου το 50% των επιχειρήσεων Fortune500 απέλυσαν τους CEO τους, άλλαξαν γενιά, μυαλά, και στόχευση. Σήμερα έχουμε πολυσχιδή προγράμματα Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, συμμετοχή στις δράσεις των Ηνωμένων Εθνών, πίστη στη βιώσιμη ανάπτυξη, συγχωνεύσεις, ορθολογισμό, επιβράβευση πελατείας, συμμετοχή σε κοινότητες, λογοδοσία, συμμετοχή εργαζομένων, μέτρηση ικανοποίησης σε κάθε επαφή του πολίτη-πελάτη, Balance Scorecard και βελτίωση του διαλόγου στα social media.

Στην Εβδομάδα Ηνωμένων Εθνών ηγετικά στελέχη παγκόσμιων εταιρειών παρουσιάζουν τις δράσεις τους πάνω σε συγκεκριμένα θέματα. Στους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης δηλώνουν συγκεκριμένες δράσεις για το πως συνεισφέρουν στην ενέργεια, στην καταπολέμηση της φτώχειας, στην εκπαίδευση, στη μείωση των εκπομπών CO2. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις έγιναν τέλειες ή αλάθητες, ή ότι τα στελέχη-άνθρωποι δεν έχουν αδυναμίες. Σημαίνει ότι η κουλτούρα “για το κοινό καλό” γίνεται μια λεωφόρος που όποιος μπει, δεν την αφήνει. Σε αυτή όλοι βλέπουν πως “οδηγείς”, πως τηρείς τους κανόνες, πόσο ανταποδίδεις στην κοινωνία και πόσο αντέχεις στα εμπόδια. Νομίζω ότι η έρευνα της Edelman αποδεικνύει για την επιχείρηση, ότι η εμπιστοσύνη είναι μια αμφίδρομη σχέση διαρκούς βελτίωσης».

Στάθης Χαϊκάλης: Μία σύγκριση με την Ελλάδα
Ζητήσαμε από τον Στάθη Χαϊκάλη, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Communication Effect, να κάνει μία εκτίμηση για τη σχέση των ευρημάτων του Βαρόμετρου της Edelman με την ελληνική πραγματικότητα, παρόλο που η Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται στις υπό εξέταση χώρες. Σύμφωνα με τον ίδιο, παρότι η Ελλάδα είναι μια ειδική περίπτωση λόγω βαθειάς κρίσης, το χάσμα επιβεβαιώνεται και σε αρκετές περιπτώσεις είναι διευρυμένο: «Οι πληροφορημένοι πολίτες, οι ελίτ της χώρας, δείχνουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους 4 θεσμούς που αναφέρει το Trust Barometer (κυβέρνηση/πολιτικό σύστημα, επιχειρήσεις, ΜΚΟ, media), ενώ αντίθετα μεγάλο μέρος του γενικού κοινού αμφισβητεί με ορατό τρόπο τους θεσμούς (άλλους περισσότερο, άλλους λιγότερο).

Η πόλωση και η διαρκής κινητικότητα που είδαμε στις 3 εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 ήταν ένα δείγμα της κρίσης εμπιστοσύνης από πλευράς του γενικού κοινού. Αυτή την κρίση εμπιστοσύνης την αισθανόμαστε και σχετικά με τις επιχειρήσεις: Είτε όσον αφορά στη στάση του γενικού κοινού απέναντι στην επιχειρηματικότητα, είτε και στο πεδίο της στάσης του απέναντι σε συγκεκριμένα brands. Η δραματική ανεργία πιθανόν να βοηθήσει στο να μετριαστεί αυτό το χάσμα, αλλά η επιφυλακτικότητα, η αμφισβήτηση και –σε κάποιες περιπτώσεις- η αρνητική προδιάθεση, θα παραμείνουν.

Όσοι ασχολούμαστε επαγγελματικά με την επικοινωνία επιχειρήσεων, αισθανόμαστε καθημερινά τόσο το πεδίο των προκλήσεων, όσο και τις διαρκείς αλλαγές. Αν τις αντιμετωπίσουμε με τον παραδοσιακό τρόπο, τότε φλερτάρουμε με συχνές αποτυχίες. Η κατάσταση ως προς τις ΜΚΟ είναι πιο περίπλοκη, καθώς πριν το 2009, ήταν σχετικά περιορισμένη η δράση τους στην Ελλάδα. Η παρουσία τους ενισχύεται λόγω της ανθρωπιστικής κρίσης και του προσφυγικού, αλλά δεν λείπουν οι αμφισβητήσεις».