Σύμφωνα με τις τελευταίες σχετικές έρευνες, η πληροφόρηση για τη βιωσιμότητα αυξάνεται σταθερά, με τις 250 μεγαλύτερες εταιρείες παγκοσμίως - γνωστές και ως G250 – να δημοσιεύουν κάποιας μορφής έκθεση βιωσιμότητας. Το 96% αυτών δε, παρέχει πληροφόρηση για τη βιωσιμότητα ή για ζητήματα ESG.

Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά ότι δεν μιλάμε πλέον για μια τάση ή μια λειτουργία “nice to have”, αλλά για μια επιτακτική αναγκαιότητα για τον επιχειρηματικό κόσμο, αλλά και για την οικονομική πραγματικότητα. Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες, οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν όλο και περισσότερο ότι ο ρόλος τους είναι ουσιαστικός στην επίτευξη των στόχων για την κλιματική αλλαγή, με το 80% των G250 να θέτουν στόχους μείωσης του αποτυπώματος άνθρακα. Αναμφισβήτητα πρόκειται για μια πολύ θετική εξέλιξη, η οποία ωστόσο θα πρέπει να ενταθεί και να έχει συνέχεια.
Μάλιστα, ο αριθμός των εταιρειών που παρέχει πληροφόρηση με βάση τις οδηγίες της Ομάδας Εργασίας για τις Χρηματοοικονομικές Δημοσιοποιήσεις που σχετίζονται με το Κλίμα (TCFD) έχει σχεδόν διπλασιαστεί, που σημαίνει ότι έχουν βελτιωθεί οι γνωστοποιήσεις σε σχέση με το κλίμα. Σύμφωνα ωστόσο με την τελευταία “KPMG Survey of Sustainability Reporting”, απαιτείται ταχύτερη πρόοδος, αφού μόλις το 64% των εταιρειών G250 αναγνωρίζει επίσημα ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί κίνδυνο για την επιχείρησή τους, και λιγότερες από τις μισές εταιρείες αναγνωρίζουν επί του παρόντος την απώλεια βιοποικιλότητας ως κίνδυνο.

Στο πλαίσιο της ίδιας έρευνας, αναλύθηκαν χιλιάδες σχετικές εκθέσεις και όπως φαίνεται από τα στοιχεία, λιγότερες από τις μισές από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου δημοσιεύουν στοιχεία για την «κοινωνική» πτυχή (π.χ. σύγχρονη δουλεία, διαφορετικότητα, ένταξη και ισότητα, συμμετοχή της κοινότητας και εργασιακά θέματα), παρότι αυξάνεται η συνειδητοποίηση της σύνδεσης μεταξύ της κλιματικής κρίσης και της κοινωνικής ανισότητας. Ταυτόχρονα, λιγότερες από τις μισές εταιρείες γνωστοποίησαν στοιχεία σχετικά με τους κινδύνους διακυβέρνησης (π.χ. διαφθορά, δωροδοκία και καταπολέμηση της διαφθοράς, αντιανταγωνιστική συμπεριφορά ή πολιτικές εισφορές). Όλα ωστόσο δείχνουν πως οι απαιτήσεις για τα ESG θέματα έχουν διαφοροποιηθεί, είναι περισσότερες και πιο σύνθετες από ποτέ, κάτι που έχει οδηγήσει τους CEOs να επεκτείνουν τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται και να διασφαλίσουν ότι παίρνουν στρατηγικές αποφάσεις που λαμβάνουν περισσότερο υπόψη το κλίμα και τα ευρύτερα ζητήματα ESG. Δεν είναι και το πλέον εύκολο πράγμα του κόσμου, ωστόσο είναι απαραίτητο να συμβεί.

Και προφανώς η ανάγκη αυτή θα πρέπει να διαχυθεί στο σύνολο της κάθε εταιρείας, σε κάθε τμήμα της, από το οικονομικό μέχρι το τμήμα marketing και διαφήμισης. Το ESG πρέπει να αποτελέσει πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της επιχειρησιακής κουλτούρας. Κάτι που απέχει πολύ ακόμα να συμβεί στη χώρα μας. Σύμφωνα δε με την έρευνα της KPMG, για να συμβεί θα πρέπει να υπάρξει ουσιαστική κατανόηση των προσδοκιών των ενδιαφερόμενων μερών, να ενσωματωθούν οι αξιολογήσεις σημαντικότητας στην πληροφόρηση, να γίνει ευθυγράμμιση της πληροφόρησης με υποχρεωτικό ή εθελοντικό πλαίσιο και κυρίως να υπάρξει κατανόηση του αντίκτυπου της κλιματικής αλλαγής και των κοινωνικών ζητημάτων στις επιχειρήσεις. Πλέον η ανάπτυξη και η οικονομική ευρωστία μιας επιχείρησης περνούν μέσα από την υιοθέτηση του ESG στην καθημερινότητά της. Όχι ως κάτι αόριστο και ασαφές, αλλά ως απόλυτα συγκεκριμένο, με δράσεις, τακτικές, στρατηγικές. Ο χώρος της Επικοινωνίας πρέπει και μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια, ωστόσο θα πρέπει πρώτα να γίνει ο ίδιος κοινωνός της αναγκαιότητας αυτής. Κάτι που ακόμα δεν νομίζω ότι έχει συμβεί επί της ουσίας.