Πέρα από τη μειωμένη διαφημιστική δαπάνη των τελευταίων μηνών, ελέω Covid-19, τα τηλεοπτικά κανάλια έχουν να αντιμετωπίσουν και θεσμικά ζητήματα εσωτερικής λειτουργίας, με πρώτο και βασικότερο τα εργασιακά ζητήματα που φαίνεται να ανοίγουν ξανά, μετά την απόφαση της κυβέρνησης να θέσει σε διαβούλευση το «Νομοσχέδιο Πέτσα».

Όλα ξεκίνησαν από την ανάγκη ενσωμάτωσης στην εθνική νομοθεσία «…της τροποποιημένης με την Οδηγία (ΕΕ) 2018/1808 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Νοεμβρίου 2018, Οδηγίας (ΕΕ) 2010/13 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 10ης Μαρτίου 2010 για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων», η οποία οδήγησε στη δημιουργία ενός νέου σχετικού νομοσχεδίου, το οποίο την προηγούμενη εβδομάδα τέθηκε σε διαβούλευση από την κυβέρνηση.

Μεταξύ των όσων προβλέπει, υπάρχουν και διατάξεις που επηρεάζουν τις εργασιακές σχέσεις των εργαζομένων σε αυτά. Όπως μάλιστα εκτιμά η ΕΣΗΕΑ, «το νομοσχέδιο αυτό ανοίγει πόλεμο με τους εργαζόμενους στα τηλεοπτικά κανάλια, ενώ δίνει την δυνατότητα στους καναλάρχες να μειώσουν τον αριθμό των εργαζομένων, να κάνουν λάστιχο τις εργασιακές τους σχέσεις και να συνθλίψουν τα οικονομικά και τα ασφαλιστικά τους δικαιώματα».

Σύμφωνα λοιπόν με τα όσα προβλέπει το νομοσχέδιο στο άρθρο 41, κάμπτεται δραστικά ο έως σήμερα ισχύον κανόνας, που επέβαλε οι 400 εργαζόμενοι των καναλιών (minimum αριθμός εργαζομένων για την αδειοδότηση των καναλιών) να απασχολούνται με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας (μισθολόγιο) και ανοίγει ο δρόμος για απασχόληση με συμβάσεις έργου ή παροχής υπηρεσιών. Επίσης, δίνεται η δυνατότητα στα 400 εργαζόμενα στελέχη να συνυπολογιστούν πλέον και εργαζόμενοι συνδεδεμένων επιχειρήσεων, αλλά και εργαζόμενοι ανεξαρτήτων εταιρειών παραγωγής, με ανώτατο όριο κάλυψης το 30%, δηλαδή τουλάχιστον 120 εργαζόμενοι.

«Με αυτό το νομοσχέδιο αναγνωρίζονται και θεσμικά πλέον, ως “εργατικά δικαιώματα” μόνο εκείνα που δεν “θίγουν” τα συμφέροντα των καναλαρχών», εκτιμά η ΕΣΗΕΑ, την ίδια στιγμή μάλιστα που για τα δημόσια ΜΜΕ, «εκτός από την πλήρη κυβερνητική εποπτεία προβλέπεται απελευθέρωση αμοιβών για μεγαλο-στελέχη στην ΕΡΤ και το ΑΠΕ, σε πλήρη αναντιστοιχία με την οικονομική και κοινωνική συγκυρία».

Για τον λόγο αυτό μάλιστα, η Ένωση θέτει τον κλάδο σε απεργιακή κινητοποίηση «και μπαίνει μπροστά στον κοινό αγώνα όλων των εργαζόμενων στα τηλεοπτικά κανάλια, δημοσιογράφων, τεχνικών, διοικητικών απαιτώντας την απόσυρση του νομοσχεδίου, που απειλεί να ισοπεδώσει τα δικαιώματα όλων των εργαζομένων στον Τύπο».

Αντίστοιχη ανακοίνωση εξέδωσε και η ΠΟΣΠΕΡΤ, η οποία αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «από τον περασμένο Μάιο, δηλαδή εδώ και 6 μήνες, με ανακοινώσεις, δημόσιες παρεμβάσεις, διαμαρτυρίες, καταγγελίες ακόμα και με εξώδικο σημείωμα προς τον αρχηγό του επιτελικού κράτους και πρωθυπουργό της Ελλάδας, είχαμε “κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου” προς όλους, προειδοποιώντας τους εργαζόμενους στην ΕΡΤ και στα ιδιωτικά ΜΜΕ για το πως το “όραμα” των καναλαρχών, της διοίκησης της ΕΡΤ και των επιτελικών του Μαξίμου, σύντομα θα γίνει ο “εφιάλτης” για τους εργαζόμενους στην ΕΡΤ και στα υπόλοιπα ΜΜΕ».

Στο ίδιο μήκος κύματος και οι υπόλοιπες Ενώσεις του κλάδου, οι οποίες ζητούν την άμεση απόσυρση του άρθρου 41, προειδοποιώντας για σειρά κινητοποιήσεων.

Όλα δείχνουν ότι οι κλάδοι των ΜΜΕ και των οπτικοακουστικών μπαίνουν για άλλη μια φορά σε ένα θεσμικό γαϊτανάκι, το οποίο εάν δεν λυθεί σύντομα, θα επιβαρύνει εκ νέου το ήδη δύσκολο τοπίο των media. Eάν δε, η επίλυση των θεμάτων αυτών δεν είναι ορθολογική, τότε οι επιπτώσεις θα είναι καταστροφικές και μη αναστρέψιμες.

Η μόνη λύση είναι ο διάλογος, ο ουσιαστικός, εποικοδομητικός και ανοικτός διάλογος των εμπλεκόμενων φορέων, ώστε να βρεθεί η μέση οδός για την ανάκαμψη, όπου οι εργαζόμενοι δεν θα πρέπει να είναι οι μόνοι χαμένοι.