Το σκηνικό των αντιπαραθέσεων, που διεξάγονται σε ένα περιβάλλον βαθιάς οικονομικής ύφεσης και εκτεταμένης δυσαρέσκειας των πολιτών έναντι της κυβέρνησης αλλά και του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του, μοιάζει με κινούμενη άμμο. Όλοι αναμετρώνται με όλους και με την έντονη τάση των ψηφοφόρων για αποχή από τις εκλογές.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να ανεβάσει τη συσπείρωση των ψηφοφόρων της κινητοποιώντας τα παραταξιακά και «αντι-ΠΑΣΟΚικά» αντανακλαστικά τους. Στόχος να περιοριστούν οι ευθείες μετακινήσεις προς το ΠΑΣΟΚ και ταυτόχρονα οι διαρροές προς τους Οικολόγους και το ΛΑΟΣ. Όπλα της η -σχετικά με το υφιστάμενο πολιτικό περιβάλλον- καλή εικόνα του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας και Πρωθυπουργού, το ευνοϊκό για τη συσπείρωση της κυβερνώσας παράταξης σύνθημα του ΠΑΣΟΚ «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» και το ενδιαφέρον των ΜΜΕ για τα ευρηματικά πράσινα παπαγαλάκια. Αδυναμία της το γεγονός ότι η κοινή γνώμη πηγαίνει στην κάλπη μετά από δύο σχεδόν χρόνια καταιγιστικών αρνητικών πολιτικών γεγονότων (κατηγορίες για σκάνδαλα, αδυναμίες στην οικονομική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας κ.λπ.) και με την κοινή γνώμη πεπεισμένη ότι θα εφαρμοστούν μετά τις ευρωεκλογές επώδυνα οικονομικά μέτρα για τον περιορισμό των ελλειμμάτων.

Η αξιωματική αντιπολίτευση από την πλευρά της στοχεύει στις εκλογές αυτές σε ένα καθαρά κεντροαριστερό ή και αριστερό ακροατήριο, σχεδόν αδιαφορώντας για το λεγόμενο μεσαίο χώρο που θεωρεί ότι κινείται προς την αποχή και τα εξωσυστημικά κόμματα (Οικολόγοι, Δράση κ.λπ.). Στόχος της να περιορίσει τις διαρροές της προς τους παραδοσιακούς της αντιπάλους στο χώρο της αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ) και να οικοδομήσει ένα συμπαθές πολιτικό προφίλ, που θα τη βοηθήσει στην επόμενη αναμέτρηση των εθνικών εκλογών. Η καμπάνια της την πρώτη εβδομάδα κινήθηκε σε τόσο ήπια θετικά επίπεδα ώστε να περάσει σχεδόν ασχολίαστη.

Τα κόμματα της αριστεράς, όπως και το ΛΑΟΣ κινούνται σε τόνους -πρωτοφανούς για την έντασή της- κριτικής προς την Ευρώπη, απευθυνόμενα σε ένα εκλογικό σώμα προβληματισμένο για τα αίτια και τις επιπτώσεις της κρίσης, το οποίο όμως συνεχίζει να ταυτίζει την Ευρώπη με ένα αίσθημα ασφάλειας πολύτιμο στη σημερινή ανήσυχη εποχή. Αίσθημα ασφάλειας το οποίο τα κόμματα αυτά δεν έχουν λάβει σοβαρά υπ’ όψη στους υπολογισμούς τους.

Οι Οικολόγοι τέλος (ίσως και κάποια άλλα μικρότερα κόμματα όπως η Δράση), χωρίς -ακόμα- δυνατότητες μαζικής διαφημιστικής επικοινωνίας, επωφελούνται της αδυναμίας όλων των παραδοσιακών κομμάτων να εκπέμψουν ένα πολιτικό μήνυμα που να ελκύει ή να συσπειρώνει αποτελεσματικά. Οι Οικολόγοι δοξάζονται με υψηλά ποσοστά, τα οποία έχουν συμβολικό χαρακτήρα, μια που το κόμμα αυτό δεν είναι ακόμα γνωστό ούτε από πλευράς προσώπων ούτε από πλευράς πολιτικών θέσεων, μπορεί όμως να δουν τα δημοσκοπικά ποσοστά τους να μετεξελίσσονται σε πραγματικές ψήφους, δημιουργώντας μιας πρώτης τάξεως έκπληξη στο πολιτικό σκηνικό.

Συνολικά πολιτικές εκστρατείες -από όλες τις πλευρές- που λόγω των πολλαπλών ανταλλαγών και στοχεύσεων, αρχίζουν να είναι τόσο σύνθετες ώστε να δημιουργούν σύγχυση όχι μόνο στους ψηφοφόρους αλλά και ακόμα στους ίδιους τους εμπνευστές τους.