Όταν αναφέρομαι στις αιτίες που είναι τόσο λίγα τα ελληνικά brands διεθνούς εμβέλειας, ξεχωρίζω αυτό που έχω βαφτίσει ως «αντι-επιχειρείν»: την εχθρική στάση σημαντικού τμήματος της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στις επιχειρήσεις.

Δυστυχώς είναι αρκετοί οι διαμορφωτές γνώμης οι οποίοι πότε λόγω έλλειψης επαφής με κανονικές ιδιωτικές επιχειρήσεις και πότε χάριν ιδεολογίας ή κακής προαίρεσης, αναπαράγουν κλασσικά στερεότυπα εναντίον της επιχειρηματικότητας. Ειδικά μάλιστα εναντίον μεγάλων επιχειρήσεων, αγνοώντας το γεγονός ότι συνήθως αυτές είναι οι πλέον προσεκτικές απέναντι στο αποτύπωμα της δραστηριότητάς τους, ενώ προσφέρουν εξαιρετικές συνθήκες εργασίας, εκπαίδευση και ευκαιρίες ανάπτυξης.

Έτσι, σε θέματα που επηρεάζουν την κοινή μας συμβίωση ή το περιβάλλον, η ελληνική κοινωνία που ανέχεται με ευκολία την ασυδοσία του κράτους και, κυρίως, του διπλανού μας, γίνεται υποχόνδρια αυστηρή στην περίπτωση μιας ιδιωτικής επιχείρησης. Αντίστοιχα, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν πρέπει να συμμετέχουν στη βελτίωση των «δημόσιων αγαθών», οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι συχνά ανεπιθύμητες, ενώ τυχόν εξαγορές ελληνικών επιχειρήσεων από ξένες αποτελούν πότε «ιμπεριαλιστικές πρακτικές» και πότε «ξεπούλημα εθνικού πλούτου».

Ακόμα και τα ιδιωτικά συνέδρια ανταλλαγής ιδεών, τα business incubators ή τα co-working spaces λοιδορούνται ως neo-yuppie δραστηριότητες. Όμως brands δεν υπάρχουν χωρίς επιχειρήσεις και μεγάλα brands χωρίς μεγάλες επιχειρήσεις. Η αρνητική στάση απέναντι στο επιχειρείν οδηγεί στη δημιουργία εκτός χώρας των brands που καταναλώνουμε, μεταφέροντας εκεί την ευημερία που θα μπορούσε να υπάρχει εδώ.

Υπό αυτό το πρίσμα, τα πρόσφατα γεγονότα με εξέπληξαν ευχάριστα: Μέσα σε ελάχιστες ημέρες, ο Έλληνας πρωθυπουργός έγινε θερμός υμνητής μιας πολυεθνικής επιχείρησης που επενδύει στη χώρα, διαφημιστής εγχώριας επιχείρησης που εξαγοράσθηκε από πολυεθνική και επισκέπτης ενός δικτύου, στους χώρους του οποίου «επιχειρήσεις και δημιουργικοί επαγγελματίες εργάζονται για το σχεδιασμό και την υλοποίηση πρότυπων business models που θα ορίζουν το μέλλον της επιχειρηματικότητας».

Δεν γνωρίζω αν τα παραπάνω συνιστούν ειλικρινή μεταμέλεια και πολιτική στροφή υπέρ της επιχειρηματικότητας ή πράξη οπορτουνισμού και αναγκαστική αλλαγή στάσης λόγω πολιτικών αδιεξόδων. Δεν γνωρίζω επίσης αν αποτελούσε απλή σύμπτωση η μετέπειτα ομοβροντία επιθέσεων εναντίον επιχειρήσεων και επενδυτών από κυβερνητικά στελέχη. Γνωρίζω όμως ότι το σοκ, ο συμβολισμός και τα μηνύματα για την ελληνική κοινωνία είναι σημαντικά, διότι προέρχονται από κάποιον που διαχρονικά ανήκει στο σκληρό πυρήνα του ελληνικού «αντι-επιχειρείν».