Κάτι, κάποιος, κάποιοι όμως πρέπει να φταίνε – μήπως φταίνε οι αναγνώστες που δεν έσπευσαν με θέρμη να αγοράζουν σύσσωμοι αυτήν την εφημερίδα; Αυτή είναι η πρακτική απάντηση, βέβαια, η κορυφή του παγόβουνου, όπως θα λέγαμε, ενώ η βάση του παγόβουνου είναι μία και αδιάσειστη: Ο Ελεύθερος Τύπος δεν έδινε ενδιαφέροντα ντιβιντί.

Πολλοί εμβριθείς σχολιαστές έχουν δώσει, όπως προαναφέραμε, ένα σωρό ερμηνείες των οποίων λίγο ως πολύ η κεντρική ιδέα είναι θέματα διαχείρισης, ως προς τα οικονομικά ή την πολιτική γραμμή ή τη διοίκηση της εφημερίδας, και άλλα τέτοια οικονομοτεχνικά – ως οφείλει να πράξει κάθε σοβαρός σχολιαστής.

Ο Ελεύθερος Τύπος υπήρξε (ή προσπάθησε να υπάρξει) ευθύς εξ αρχής μια εφημερίδα νεωτεριστική, δυναμική και τα τοιαύτα, ακόμα και η έδρα της εν Καλαμακίω που ήταν τότε μια περιοχή ακατοίκητη, ήταν ένα βήμα πιο πέρα – από κάθε άποψη. Καλούτσικα τα πήγαινε, είχε βέβαια τις διακυμάνσεις της. αλλά κατάφερε τελικά να αποκτήσει το κοινό της και, κυρίως, να δημιουργήσει το ύφος της. Με το προηγούμενο καθεστώς είχε εξελιχθεί σε μια αρκετά συμπαθητική και καλοσχεδιασμένη εφημερίδα που συναγωνιζόταν επάξια την άλλη απογευματινή της «απέναντι όχθης», η οποία άλλη είναι η πιο καλοσχεδιασμένη, αλλά έχει ένα μικρό μειονέκτημα: δεν διαβάζεται, μόνο βλέπεται.

Όλα αυτά, ισοπεδώθηκαν βίαια με μια νέα τάξη προσώπων και πραγμάτων, όπου ο Ελεύθερος Τύπος μηδένισε το κοντέρ, ξεκίνησε πάλι από το αριθμός φύλλου 1 και παραδόθηκε στον πανελλήνιο θαυμασμό -εμένα μου λες- από ισπανούς σχεδιαστές, λες και μια εφημερίδα δεν είναι περιεχόμενο, αλλά design. Τι να ξέρουν όμως οι ισπανοί σχεδιαστές από την αγνή λαϊκή ελληνική ψυχή, της οποίας ο τράχηλος -που λέει ο λόγος- design δεν υπομένει; Αγνώριστη η εφημερίδα για τους ως τότε οπαδούς της, μυστήρια για τους υπόλοιπους, πολύ θέλει ο αναγνώστης; Υπάρχουν κι αλλού πορτοκαλιές που κάνουν μανταρίνια, είπε, και στράφηκε αλλού.
Περαστικά μας.