Όλοι, μα όλοι, εμείς, οι εταιρείες, οι δήμοι, οι κυβερνήσεις. Αγαπάμε άδολα τα ζώα και τα φυτά – αρκεί βέβαια, αυτά να μην καταλαμβάνουν σημεία τα οποία θέλουμε να κάνουμε οικόπεδα για να χτίσουμε. Γι’ αυτό, αν υποψιαστούμε ότι κάποιο δεντράκι ξεφύτρωσε αυθαίρετα εκεί όπου μπορούμε να χτίσουμε, πάμε διακριτικά και το ξεριζώνουμε. Αν ξεφύτρωσαν πολλά δεντράκια, πάμε επίσης διακριτικά και τα καίμε. Η διακριτικότητα και η εχεμύθεια είναι υποδειγματικές – κανείς από αυτούς που καίνε δάση δεν επιδίωξε τη διασημότητα. Κάνουν τη δουλειά τους οι άνθρωποι και παραμένουν στην αφάνεια.

Αν δεν έχουμε επαρκή δάση να κάψουμε αλλά διαθέτουμε κάτι ολίγα χαρακτηριστικά δείγματα, πάλι κάτι θα σκαρφιστούμε για να τα μειώσουμε – γιατί όσο πιο λίγα διαθέτεις, τόσο περισσότερο εκτιμάς την αξία τους. Βάσει αυτής της αρχής, θα εξαφανίσουμε μικρά πάρκα για να φτιάξουμε πάρκινγκ (άλλωστε οι λέξεις μοιάζουν), ή θα ανοίξουμε περιφερειακές οδούς. Επειδή αγαπάμε το πράσινο (το έδειξαν και τα εκλογικά αποτελέσματα), μας αρέσει να οδηγούμε μέσα από τα άλση του Υμηττού, για παράδειγμα.

Για την Αθήνα ο λόγος, φυσικά. Εδώ κοντεύουμε να εξαφανίσουμε τα δάση του Αμαζονίου, τα άλση της Αθήνας θα μας αναχαιτίσουν; Άλλωστε, Ελλάδα δεν είναι μόνο η Αθήνα και η οικολογική μας διάθεση απλώνεται παντού. Είναι ευχαρίστησή μας λοιπόν, να κολυμπάμε και να οδηγούμε τα κρις-κραφτ μας στις παραλίες με τις χελώνες, γινόμαστε ένα με τη Φύση – άσχετα αν η Φύση δεν θέλει να γίνει ένα μαζί μας, αυτό είναι άλλη ιστορία.

Η ανακύκλωση είναι μια ωραία ιδέα και φουσκώνει τα στήθη μας από υπερηφάνεια – όταν οι σιλικόνες αποτυγχάνουν. Ανακυκλώνουμε λοιπόν κάτι χαρτικά, κάτι γυαλικά, κάτι τέτοια, προκειμένου να αντισταθμίσουμε τις απώλειες εδαφών που προκύπτουν από την οικοδόμηση στον Ελαιώνα, ας πούμε, ή στα πρώην πράσινα Μεσόγεια. Βέβαια, το πιο αποτελεσματικό θα ήταν να ανακυκλώναμε ολόκληρη την Αθήνα – μια πόλη που είναι συνολικά ένας σωρός από μπάζα υπό μορφή κτιρίων. Αλλά κι αυτό είναι επίσης μια άλλη ιστορία.