Στην πρόσφατη συνέντευξή του στο MW, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Διαφημιζόμενων Ελλάδος κ. Γρηγόρης Αντωνιάδης αναφέρει ως ένα από τα επιτεύγματα του ΣΔΕ τη χρονιά που μας πέρασε, την εξαντλητική συζήτηση για το νέο αγγελιόσημο, δηλαδή την Ειδική Εισφορά 2% υπέρ ΕΔΟΕΑΠ.

Αναφέρει σ’ αυτήν ότι η αγορά πέτυχε στο συγκεκριμένο θέμα κάποιες νίκες διαδικαστικού χαρακτήρα, με την «απαλλαγή των διαφημιζομένων από την υποχρέωση καταβολής του 2% σε όλα τα ελληνικά ΜΜΕ & Ψυχαγωγίας (η οποία είχε εξαιρετικά πολύπλοκα logistics)», καθώς και την «απαλλαγή των διαφημιζομένων στο εξωτερικό από την υποχρέωση καταβολής του 2%».
Πράγματι οι «νίκες» αυτές μειώνουν το διαχειριστικό κόστος του φόρου αυτού υπέρ τρίτων και αυτό είναι πράγματι θετικό. Αυτό που δεν αναφέρει είναι ότι υπό των μανδύα των «νικών» αυτών, υποκρύπτεται μια στρατηγική ήττα της αγοράς. Η σιωπηρή αποδοχή δηλαδή, της αθλιότητας του αγγελιοσήμου υπό άλλο μανδύα.

Η βασική αρχή του ασφαλιστικού συστήματος είναι ότι η χρηματοδότηση γι’ αυτό γίνεται από τους εργοδότες και τους εργαζόμενους (με βάση το ύψος των εισοδημάτων των εργαζομένων από την εργασία τους) και από το ίδιο το κράτος, μέσω της γενικής φορολογίας. Όπως είναι γνωστό πλέον, η κύρια ασφάλιση για όλους γίνεται μέσω του ΕΦΚΑ και αφορά την κύρια σύνταξη. Στην περίπτωση του ΕΔΟΕΑΠ για επικουρική ασφάλιση, ασθένεια (σε είδος και σε χρήμα) και πρόνοια, υπάγονται σ αυτόν:
– υπάλληλοι και μέλη μιας σειράς συντεχνιακού χαρακτήρα ενώσεων του χώρου των ΜΜΕ,
– μισθωτοί που απασχολούνται σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας (Τηλεόραση, Ραδιόφωνο, Διαδίκτυο, Εφημερίδες και Περιοδικός Τύπος) που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως του τρόπου διανομής, εκπομπής ή μετάδοσης, (ελεύθερη ή συνδρομητική τηλεόραση, ραδιόφωνο, διαδίκτυο),
– κάποιοι ιδιοκτήτες, εταίροι, μέτοχοι των επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας και μερικές ακόμα επί μέρους περιπτώσεις.

Το 2% ειδικής εισφοράς καλεί τρίτους άσχετους με τη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος να πληρώσουν για τις συντεχνιακές αυτές ομάδες. Κάνει δηλαδή ό,τι ακριβώς και το αγγελιόσημο, απλώς σε μικρότερη κλίμακα από πλευράς ύψους φόρου υπέρ τρίτων. Όπως έχουμε εδώ και δεκαετίες εξαντλητικά αναπτύξει, η πρακτική αυτή δεν έχει κανένα ηθικό και πολιτικό έρεισμα και είναι μαχητό επίσης αν είναι η σχετική νομοθεσία συνταγματική και σύμφωνη με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Σε ένα ορθολογικά οργανωμένο κράτος και η ίδια η συνεισφορά του κράτους στη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος θα έπρεπε να διέπεται από κανόνες. Να χρηματοδοτεί δηλαδή αυτούς που για κάποιο λόγο έχουν ανάγκη για κάτι τέτοιο και κατ’ αναλογίαν της ανάγκης τους (με βάση το εισόδημα, ή σε περιπτώσεις μακροχρόνιας ανεργίας ενός κλάδου, ή σε περιπτώσεις επιστημονικά αποδεδειγμένων βαρέων εργασιακών συνθηκών κ.λπ). Όχι με βάση την συντεχνιακή ή πολιτική τους δύναμη.

Αυτό που είναι αδιανόητο είναι το κράτος χωρίς καμία ειδική αιτιολογία να υποχρεώνει ασχέτους να πληρώνουν ειδικό φόρο για να χρηματοδοτούν συντεχνίες. Αυτό είναι η ειδική εισφορά του ΕΔΟΕΑΠ και δεν πρέπει να γίνει ποτέ αποδεκτό. Τα συλλογικά όργανα του χώρου μπορεί για λόγους τακτικής να μην θέλουν να το λένε με ένταση αυτό σήμερα, όμως εμείς θα συνεχίσουμε να το φωνάζουμε, όπως κάνουμε άλλωστε με συνέπεια εδώ και τέσσερις σχεδόν δεκαετίες.